"Γιατί αυτή η Εθνική απέτυχε;"

Written by  Σεπ 16, 2013

Είναι γρίφος πραγματικός, γιατί αυτή η ομάδα έμοιαζε καταδικασμένη να πετύχει!



Δεν ήταν αρκετά μεγάλο το «θέλω»; Αποκλείεται. Παρακολουθήστε μόνο τις δηλώσεις του Ζήση και παντρέψτε τες με τις εμφανίσεις του και θα καταλάβετε.

Δεν υπήρχε αρκετό ταλέντο; Eδώ γελάμε...

Δεν υπήρχε εμπειρία; Από τους 12 οι 9 έχουν υπάρξει πρωταθλητές σε όλα τα επίπεδα.

Υπήρχαν, όμως και υπάρχουν κάποιες ελλείψεις που θέλουμε δε θέλουμε πρέπει να κοιτάξουμε στα μάτια και να διορθώσουμε.

Ο κατά τα άλλα συμπαθής Ιταλός τεχνικός, δεν κατάφερε ποτέ να μοιράσει ξεκάθαρους ρόλους και σε μια ομάδα με 12 παικταράδες και κατά κανόνα χαμηλούς εγωισμούς, δεν μπόρεσε να δώσει στον κάθε ένα από αυτούς μια ξεκάθαρη αποστολή και θέση. Ενδεικτικότερο παράδειγμα, η διαχείριση της καλύτερης γραμμής 4ριων του τουρνουά.

Η ομάδα είχε από την αρχή, λόγω ατυχίας και απροθυμίας, ανισορροπία μεταξύ κοντών - ψηλών. Κατά βάση, δεν είχε κοντούς να παίξουν άμυνα. Το πρόβλημα δεν ήταν τόσο αριθμητικό (3 γκαρντ), όσο ποιοτικό. Ο Σπανούλης είναι ο καλύτερος επιθετικός γκαρντ στην Ευρώπη. Ο Ζήσης με πολύ μικρή διαφορά πίσω του, στο ίδιο στυλ εξαιρετικός (δημιουργία-εκτέλεση) και ο Σλούκας βαδίζει στα χνάρια του Kill Bill. Κανένας τους όμως δεν είναι αμυντικός - εξολοθρευτής. Σε όλες τις επιτυχημένες ομάδες σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο υπήρχε πάντα ο συνδυασμός άμυνας - επίθεσης στην περιφέρεια.

Ο Σπανούλης στον Ολυμπιακό είχε δίπλα του τον Μάντζαρη και τον Λο. Ο Παπαλουκάς στην Εθνική το 2005, τον Διαμαντίδη. Ο Διαμαντίδης στον Παναθηναϊκό, όταν ο ίδιος μεγάλωσε και δεν τον κράταγαν τα πόδια του τον Καλάθη. Στο σύγχρονο μπάσκετ, όλα ξεκινάνε και πολλές φορές τελειώνουν από την περιφέρεια. Και η Ελλάδα πολύ απλά δεν είχε στη διάθεση της έστω έναν παίκτη που θα πιέσει αποτελεσματικά την μπάλα. Η θέληση από μόνη της δε φτάνει και δε μπορείς να αγνοείς εξολοκλήρου τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά των παικτών. Ο Σπανούλης δεν ήταν ποτέ εξαιρετικός αμυντικός, όπως ο Διαμαντίδης δεν ήταν ποτέ πραγματικά χαρισματικός σκόρερ.

Καταφύγαμε, λοιπόν, σε αλχημείες και πατέντες. Με τον Μπράμο και τον Παπανικολάου να κυνηγάνε σαν τρελοί όποιον πιθανό και απίθανο τύπο έτρεχε πυραυλοκίνητος και ήταν κάτω από 1.90. Και όσο καλοί αμυντικοί και αν είναι - που είναι - πόσο εύκολο είναι για έναν παίκτη 2.03 να κυνηγάει και να προλαβαίνει έναν 1.85; Και πες ότι τον έπιασε. Αν η άλλη ομάδα δεν έχει μόνο ένα καλό γκαρντ, αλλά δυο; Τρία; Πέντε όπως η Ισπανία; Πόσες φορές θα ξεπεράσεις τον εαυτό σου;

Δεύτερη βασική απώλεια. Δεν υπήρχε ένας ψηλός που να μπορεί να παίξει αποτελεσματικά με πλάτη. Ο Μπουρούσης είναι μαχητής, είναι παλικάρι, αλλά ποτέ στην καριέρα του δεν έμαθε να χρησιμοποιεί με συνέπεια τον όγκο του και τα 2.13 του. Είναι ένα ψηλός που παίζει με πρόσωπο. Αυτό τον ρόλο ήταν προγραμματισμένο να τον παίξει ο Μαυροκεφαλίδης, αλλά χωρίς καμία εμπάθεια, επιτρέψτε μου να πω ότι αποδείχτηκε κατώτερος τον περιστάσεων. Έκανε μια καταπληκτική προετοιμασία, η οποία κόστισε την 12η θέση στον Βουγιούκα που αποδεδειγμένα είναι το πιο κλασικό επιθετικό 5αρι που διαθέτουμε και στο Ευρωμπάσκετ εμφανίστηκε από διστακτικός έως φοβισμένος. Ίσως είναι ταιριαστό εδώ να αναφέρω ότι τη θέση του Βουγιούκα στην Εθνική δεν την πήρε ο Καββαδάς, αλλά ο Μαυροκεφαλίδης.

Ένας παίκτης με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όμοια με αυτά του Ίαν, που στην προετοιμασία ήταν απλά πιο φορμαρισμένος. Ο Καββαδάς πήγε με εντελώς διαφορετικό ρόλο και για μένα καλώς πήγε. Ίσως το μοναδικό κέρδος από αυτή τη διοργάνωση είναι ότι στο πρόσωπο του Καββαδά - αν δουλευτεί σωστά - μπορεί να βρούμε μια κολώνα για τα επόμενα 10 χρόνια. Κλείνοντας λοιπόν, την εν λόγω ενότητα, επανέρχομαι λέγοντας ότι είναι πολύ δύσκολο να έχεις ισορροπία αν δεν έχεις κάπου να ακουμπήσεις με αξιώσεις την μπάλα στο ζωγραφιστό. Το 2006 είχαμε τον Σόφο. Το 2005 είχαμε τον Παπαδόπουλο, που τότε ναι, έπαιζε με πλάτη και έπαιζε αποτελεσματικά. Φετός;

Τέλος, ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας αποτυχίας είναι πως αυτή καθ' αυτή η ομάδα δεν μπόρεσε ποτέ να βρει χημεία. Ομάδα δε σημαίνει απλά ένα σύνολο ατομικού ταλέντου. Για αυτό λέγεται ομάδα. Αν έφταναν οι μονάδες, οι Τούρκοι θα είχαν 5 Ευρωλίγκες τα τελευταία 5 χρόνια. Ομάδα είναι ένα σύνολο που στο άθροισμα του είναι μεγαλύτερο από τα επιμέρους στοιχεία του. Που καταφέρνει και μεγεθύνει τα δυνατά του σημεία και καμουφλάρει τα αδύναμα.

Όλα τα ρόστερ έχουν αδυναμίες υπαρκτές και ρεαλιστικές σαν αυτές που αναφέραμε. Και η Λιθουανία δεν έχει κοντούς σε αυτό το Ευρωμπάσκετ, αλλά σε κάθε παιχνίδι παίζει και καλύτερα και τερμάτισε 2η στον όμιλο της. Η Σερβία δεν έχει εμπειρία, αλλά έχει μια τέλεια ισορροπία στο παιχνίδι της, μπόλικο ταλέντο, ξεκάθαρους ρόλους και έναν τεράστιο προπονητή που είναι ο καλύτερος που υπάρχει στο να κάνει αυτό ακριβώς, να προπονεί νεανικές ομάδες και να τις κάνει ατσάλινα σύνολα.

Αυτό κάνει μια ομάδα και εμείς δεν το κάναμε. Το περίεργο είναι πως δεν μας εμπόδισαν οι εγωισμοί και οι ντίβες (βλέπε Τουρκία). Ίσως απλά να μην υπήρχε η σωστή χημεία. Μα καλά αφού οι μισοί από αυτούς παίζουν μαζί στον Ολυμπιακό και έχουν πάρει δυο Ευρωλίγκες και οι άλλοι μισοί έπαιζαν μαζί στον Παναθηναικό και έχουν πάρει άλλες τόσες; Δεν πάει όμως έτσι. Ομάδα δεν είναι 3 παίκτες, ούτε καν τέσσερις, ούτε πέντε. Είναι δώδεκα. Και αυτοί οι δώδεκα ίσως απλά να μην ταίριαξαν. Μα δεν είναι δουλειά του προπονητή να τους ταιριάξει; Είναι. Και ο Τρινκιέρι σίγουρα έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης, όχι όμως όλη την ευθύνη. Γιατί αυτή δεν είναι η πρώτη σφαλιάρα. Είναι η 2η σε δύο χρόνια μετά το Καράκας και εκεί ήταν άλλος ο προπονητής.

Και τώρα τι; Τώρα ακόμα τίποτα. Σαν αθεράπευτα ρομαντικός που είμαι δηλώνω ότι είμαστε μεν τελειωμένοι, αλλά δεν έχουμε ακόμα τελειώσει. Ας περιμένουμε και την σημερινή μέρα και αν από κάποιο θαύμα προκριθούμε και το ταξίδι συνεχίσει, θα μιλήσουμε με άλλα δεδομένα. Αν όχι τότε μπορούμε να κοιτάξουμε με καθαρό μυαλό την επόμενη μέρα. Και αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.

Μαρίνος Γεωργιόπουλος

"Όποιος δεν μπορεί να κάνει, διδάσκει" λέει η γνωστή λαϊκή ρήση. Όποιος δεν μπορεί να κάνει, γράφει, θα συμπληρώσω εγώ.

 
10 χρόνια παρά κάτι μήνες. Τόσο μου πήρε από την 1η δημοτικού μέχρι τα μέσα λυκείου για να το πάρω απόφαση ότι δεν το 'χω ρε παιδάκι μου και να σταματήσω να ταλαιπωρώ διάφορες συνοικιακές ομάδες, προπονητές και τον εαυτό μου. "Εσύ ΔΕ θα σουτάρεις" μου είπε ο τελευταίος μου προπονητής σε έναν αγώνα μετά από ένα air-ball και 2 τούβλα περιοπής.
 
Εεε κάπου εκεί το συνειδητοποίησα. Δεν κάνω για μπάσκετ. Έλα όμως που μου άρεσε το άτιμο το άθλημα! Και μου άρεσε πολύ! Τι να κάνεις λοιπόν; Έγινα και εγώ φίλαθλος μπασκετικός. Κόσμιος και πιστός σε ένα περιβάλλον τίγκα στους ποδοσφαιρόφιλους και έψαχνα να βρω άνθρωπο με το τουφέκι να πω καμιά κουβέντα για pick n roll, box out και άλλα τέτοια ακαταλαβίστικα.
 
Τελικά τον βρήκα τον άνθρωπο και όχι μόνο μπόρεσα να τα συζητάω, αλλά μου έδωσε και - ένας Θεός ξέρει γιατί! - βήμα να τα γράφω κιόλας. Εδώ είμαι λοιπόν. Να μιλάμε για μπάσκετ... και μέχρι να βρεθεί ένας προπονητής (της εξέδρας) να μου πει "Εσύ ΔΕ θα γράφεις!", λέω να κάνω το παιδικό μου όνειρο καθημερινότητα και να συνεχίσω να "σουτάρω".

Leave a comment

Make sure you enter all the required information, indicated by an asterisk (*). HTML code is not allowed.