Δε χρειάζεται κανείς να είναι ιδιαίτερα οξυδερκής για να καταλάβει ότι ο τίτλος είναι ειρωνικός. Το πρώτο ντέρμπι της χρονιάς, λοιπόν, είναι παρελθόν. Και παρόλο που το περιμέναμε, ότι ποιοτικά το παιχνίδι θα ήταν κακό, κανείς μας δεν περίμενε ότι θα είναι τόσο κακό.
«Πονέσανε τα μάτια μας!» μου έστειλε χθες μήνυμα ένας φίλος, ο οποίος ήδη ζητάει τα κεφάλια των προπονητών επί πίνακι. Ok, το παιχνίδι δεν επιδέχεται κριτικής. Οι ομάδες δεν είχαν αρχή, μέση και τέλος και το γεγονός ότι λίγες μέρες πριν Ρεαλ και Μπαρτσελόνα προσέφεραν υψηλότατου επιπέδου θέαμα στο μεταξύ τους ντέρμπι κάνει τις δικαιολογίες ακόμα πιο δύσκολες. Εγώ παρόλα αυτά θα το προσπαθήσω.
Δικαιολογία πρώτη. Το παιχνίδι ήταν πολύ νωρίς και οι ομάδες ήταν ανέτοιμες. Δεκτό, αλλά όλα έχουν τα όρια τους. Μιλάμε για επαγγελματίες μπασκετμπολίστες που έχουν κάνει προετοιμασία και ξεκινάνε τη σεζόν. Δεν περιμένεις να είναι στο 80% των δυνατοτήτων τους με το καλημέρα, αλλά αυτό που παρακολουθήσαμε ήταν έξω από κάθε δεδομένο για την ποιότητα των δύο ομάδων. Εντάξει δεν περιμένεις να πιάσουν το ταβάνι τους, αν όμως αυτό είναι το πάτωμα τους, τότε πολύ απλά η κυριαρχία μας στην Ευρώπη τελείωσε. Δεν είναι όμως αυτή η δυναμικότητα των δύο ελληνικών ομάδων και δεν είναι για τον εξής απλό λόγο.
Δικαιολογία δεύτερη. Πόσες αναμετρήσεις θυμάστε – και συγκεκριμένα πόσες αναμετρήσεις εντός συνόρων – που ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός εντυπωσίασαν τα τελευταία χρόνια; Και δε μιλάω για την περίοδο που ο Παναθηναϊκός του Ομπράντοβιτς ήταν ανίκητος και ο προ-Αγγελόπουλων Ολυμπιακός ήταν εκτός εικόνας. Μιλάω για τα τελευταία χρόνια, που οι αναμετρήσεις των δύο ομάδων είναι πραγματικά ντέρμπι. Ε, σε αυτές λοιπόν τις αναμετρήσεις το θέαμα είναι συνήθως κάκιστο και δεν έχει καμία σχέση με τις δυνατότητες των συλλόγων.
Αυτό ισχύει για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος και σημαντικότερος είναι ότι η πίεση σε τέτοια παιχνίδια ξεπερνάει εύκολα την πίεση σε οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι. Και εννοώ οποιοδήποτε. Ούτε τελικός Euroleague, ούτε ακόμα τελικός Ευρωμπάσκετ νομίζω δεν μπορεί να συγκριθεί με την πίεση για το αποτέλεσμα σε ένα παιχνίδι Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός. Στην Ελλάδα, έτσι και αλλιώς, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, ο αθλητισμός δεν είναι παιχνίδι. Η νίκη είναι αυτοσκοπός και ιερή υποχρέωση και ο σκοπός πάντα αγιάζει τα μέσα. Χωρίς να επεκταθώ στις πολλές εξω-αγωνιστικές προεκτάσεις αυτής της αντίληψης (δεν έχω την παραμικρή διάθεση), αυτός ο τρόπος σκέψης και λειτουργίας μεταφράζεται χειροπιαστά και σε αγωνιστικό επίπεδο. Με όλη αυτή την πίεση οι παίκτες είναι σφιγμένοι, διστακτικοί, οι προπονητές απρόθυμοι να πάρουν το παραμικρό ρίσκο και όλοι μα όλοι πιάνονται – όχι! – κρεμιούνται από τη μία σταθερά του ελληνικού μπάσκετ, ΤΗΝ ΑΜΥΝΑ. Αυτήν που θα δείξει ότι ακόμα και αν έχασαν προσπάθησαν, αυτή που θα κρίνει 11 φορές στις 10 ποιος θα κερδίσει.
Αυτός είναι και ο δεύτερος λόγος για την κακή ποιότητα των εγχώριων ντέρμπι. Αυτή είναι η ελληνική σχολή σε συλλογικό και εθνικό (αν και φαίνεται να το έχουμε ξεχάσει) επίπεδο. Άμυνα που σπάει κόκαλα. Προσήλωση. Ενέργεια. Στην αρχή μιας σεζόν, όταν έχει προηγηθεί ένα καλοκαίρι γεμάτο με παιχνίδια Εθνικών ομάδων και όταν από τους 24 παίκτες στο ρόστερ των 2 ομάδων, πάνω από τους μισούς είναι διεθνείς, η ενέργεια είναι κάπου μακριά για καφέ και η προσήλωση με την πρώτη ευκαιρία αφήνει το γήπεδο και πάει να την βρει. Είναι λοιπόν κανείς να απορεί που το ματς ήταν τόσο κακό; Στην Ευρωλίγκα οι ειδικές συνθήκες, στις οποίες έχουν συνηθίσει να αγωνίζονται οι ελληνικές ομάδες, συχνά γίνονται πλεονέκτημα. Η εξοικείωση με την πίεση, ο αμυντικός προσανατολισμός, η προσήλωση σε αυτές τις συνθήκες γίνονται καμίνι που λιώνει ομάδες με μεγαλύτερα μπάτζετ και ασυζητητί περισσότερο ταλέντο. Στις μεταξύ τους αναμετρήσεις, όμως, αυτά τα στοιχεία σχεδόν πάντα αλληλοεξουδετερώνονται. Με αποτέλεσμα χτες να έχουμε έναν πολύ κακό Ολυμπιακό να κερδίζει έναν ακόμα χειρότερο Παναθηναϊκό. Μη σκάτε όμως αδέρφια! Όπως μου είπε ένας άλλος φίλος μου, όταν τελείωσε το παιχνίδι «Μη σε πειράζει το κακό θέαμα. Έτσι και αλλιώς, το Μάη, ένας από τους δύο θα πάρει πάλι την Ευρωλίγκα!»
Σαν αθεράπευτος ρομαντικός της Εθνικής που είμαι, θα σας αφήσω με ένα άσχετο με το ντέρμπι σχόλιο. Πιστεύει κανείς ότι αν οι διεθνείς μας το καλοκαίρι στη Σλοβενία έπαιζαν τέτοια άμυνα θα ήμασταν τώρα εκτός Ολυμπιακών αγώνων;