Ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, μίλησε στην εκπομπή "Pick N' Roll" του ΟΤΕ Sport-4 για όλα: Για τη νέα πρόκληση της ζωής του στην Τουρκία με τη Φενέρμπαχτσε/Ουλκέρ, τα χρόνια που πέρασε με τον Παναθηναϊκό, τον «αιώνιο» αντίπαλο Ολυμπιακό, τη σχέση του με τον Διαμαντίδη, για τον Βασίλη Σπανούλη, αλλά και τα όνειρά του, όταν αποφασίσει να εγκαταλείψει τα παρκέ.
Η συνέντευξη του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στην εκπομπή "Pick N' Roll":
Είσαι έτοιμος για την πρώτη σου συνέντευξη στα Ελληνικά;
"Όχι, φυσικά όχι".
Παρεμπιπτόντως παρατήρησα ότι ο Τζόρτζε (ο γιος του) είναι πολύ καλός σουτέρ, όπως εσύ...
«Δεν ξέρω, δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ. Παίζει, αλλά έχω ανθρώπους που μιλάνε μαζί του για όλα. Είναι πολύ νέος και τον αφήνω να ζει και να έχει μια φυσιολογική ζωή».
Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί, να είναι ο γιος του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς;
«Καθόλου δύσκολο, γιατί να είναι δύσκολο. Είναι ένα φυσιολογικό παιδί, πιστεύω ότι κι εγώ είμαι ένας φυσιολογικός άνθρωπος, οπότε απλά είναι τα πράγματα».
Ναι κόουτς, αλλά πόσο δύσκολο είναι να έρθεις σε μια ομάδα που δεν έχει κατακτήσει κάτι και η οποία πέρυσι είχε μεγάλες προσδοκίες αλλά απέτυχε. Και τώρα που έρχεσαι εσύ, αφού σε ήθελαν απεγνωσμένα, μετά από τόσα χρόνια στην Ελλάδα, δεν νιώθεις πίεση; Μετά από όσα έχεις πετύχει με τον Παναθηναϊκό, μετά από τόσα τρόπαια και τόσο μεγάλη πίεση;
«Ακούστε, αυτή είναι η ερώτηση που μου έχουν κάνει όλοι εδώ πέρα. Για την πίεση και για τους στόχους. Κανείς δεν βάζει σε μένα, μεγαλύτερη πίεση από αυτή που βάζω εγώ στον εαυτό μου. Είναι τόσο απλό. Το έχω ζήσει αυτό, από τον πρώτο μου χρόνο στην Παρτίζαν. Όλα τα χρόνια έχεις κάποιου είδους πίεση. Τελικά πιστεύω ότι η πίεση δεν κάνει κακό. Η πίεση είναι κάτι που σε βοηθάει να δουλέψεις πολύ σκληρά και ξέρετε γιατί δεν την αισθάνομαι: Προσπαθούσα πάντα να δίνω το 100% των δυνατοτήτων μου. Οπότε αν αυτό συμβαίνει, νιώθω εντάξει με τον εαυτό μου. Οπότε για μένα δεν υφίσταται κανενός είδους πίεσης. Έτσι έχουν τα πράγματα».
Ναι, αλλά μετά από τόσα χρόνια που δεν έχουν κατακτήσει τίποτα στην Ευρώπη, υπάρχει η ιδέα ότι σε περιμένουν σαν Μεσσία.
«Φίλε, καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί με υπέγραψαν. Δεν είναι μυστικό. Με υπέγραψαν για να προσπαθήσω να πετύχω κάτι σημαντικό στην Ευρωλίγκα, αλλά κι εδώ στις εγχώριες διοργανώσεις.
Θα προσπαθήσω. Θα δούμε τι θα πετύχω, αλλά πρέπει να προχωρήσουμε βήμα βήμα. Συνήθως η προετοιμασία είναι 42 μέρες, δηλαδή έξι εβδομάδες. Σε αυτό το διάστημα έχεις 50 προπονήσεις και 12 φιλικά ματς. Ξεκίνησα, λοιπόν, τη σεζόν με το πρώτο επίσημο ματς για το Κύπελλο, παίξαμε τρία συνεχή εκτός έδρας, με τέσσερις προπονήσεις (από 50) και κανέναν φιλικό αγώνα.
Ενώ κανονικά πρέπει να έχουμε παίξει 12. Έτσι, λοιπόν, έχει η κατάσταση, αλλά δεν έχουμε χρόνο να κλαίμε. Ξέρω ότι είναι πολύ σκληρό για τους παίκτες, αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να δουλέψουμε και για να συνεχίσουμε να δουλεύουμε. Μέρα με τη μέρα, προπόνηση με την προπόνηση, για να δούμε κάποια βελτίωση στο έργο μας».
Υπάρχει κάποια ομοιότητα μεταξύ της δουλειάς σου εδώ, που μόλις άρχισε, και της προηγούμενης δουλειάς η οποία είναι πολύ πετυχημένη;
«Η ομοιότητα είναι το μπάσκετ. Είναι η ίδια δουλειά και αυτό είναι πολύ... ίδιο. ΟΚ, πρέπει να πω ότι το καλοκαίρι ήταν πολύ περίεργο για μένα, γιατί δούλεψα μόνο με τους νεαρούς παίκτες. Απ’ όλους αυτούς, μόνο δύο ήταν παρόντες σε όλες τις προπονήσεις.
Ο Μέλι Μαχμούτογλου και ο νεαρός ο Αιμπέργκ Ολμάζ. Οπότε όλοι για διαφορετικούς λόγους έρχονταν κι έφευγαν. Μια μέρα ήταν 19 παίκτες στην προπόνηση και την επόμενη μέρα πέντε. Μετά πάλι ήταν εννέα, 11, καταλαβαίνεις πως ήταν. Τέλος πάντων, με το επιτελείο μου δουλέψαμε και ήμουν πολύ χαρούμενος. Η ομοιότητα είναι πάντα αυτή: Η συνεργασία κάποιες φορές είναι καλή, κάποιες άλλες όχι».
Το καλοκαίρι υπήρξε σοβαρή πιθανότητα για σένα να πας στο ΝΒΑ;
«Όχι, ειλικρινά όχι. Υπήρξαν ας πούμε κάποιες φήμες γι’ αυτό και δύο ομάδες μίλησαν όχι απευθείας με εμένα, αλλά με μάνατζερς. Κάποιες απ’ αυτές σκέφτονταν κάποιο είδος συνέντευξης, να πάω δηλαδή εκεί και να περάσω από συνέντευξη.
Είπα ότι συνέντευξη κάνω με δημοσιογράφους. Όχι με... ξέρετε. Οπότε αν θέλετε να μιλήσετε μαζί μου, πρώτα απ’ όλα έρχεστε εδώ. Και δεύτερον αν κάποιος με θέλει, ξέρει τα πάντα για μένα. Οπότε τι άλλο, να μιλήσουμε για ποιο πράγμα; Αν είμαι έτοιμος, αν ξέρω τη δουλειά μου; Αυτό είναι πολύ περίεργο. Σε κάθε περίπτωση, ήμουν έτοιμος να συναντήσω ανθρώπους και να μιλήσω.
Αλλά σοβαρά κανείς δεν τηλεφώνησε απευθείας σε μένα. Είπαν στους μάνατζερς να είμαι έτοιμος και τέτοια πράγματα Αλλά ποτέ δεν το σκέφθηκα σοβαρά, μέχρι κάποιος να μου μιλήσει απευθείας».
Θα ήσουν ενθουσιασμένος να πας εκεί. Μπορεί στο μέλλον να υπάρξει ευκαιρία, είσαι ακόμα νέος.
«Ευχαριστώ πολύ, το ελπίζω».
Παρά τα γκρίζα μαλλιά σου, αλλά είσαι ακόμα νέος...
«Ναι βέβαια, το ελπίζω. Το πιο σημαντικό είναι ότι αισθάνομαι νέος. Το θέμα είναι ότι μετά την εμπειρία που είχαμε και ήταν καλή για μένα και τον Δημήτρη (Ιτούδη) στους Ντιτρόιτ Πίστονς, είπα ότι είμαι έτοιμος να προπονήσω εκεί.
Γιατί πριν από αυτό, ήταν δύσκολο για μένα να πω κάτι τέτοιο. Όταν έχεις μια εμπειρία, πάντα σε βοηθάει σε οποιαδήποτε απόφαση. Αυτό ήταν το βασικό ζήτημα. Τώρα ξέρω ότι δεν θα έχω κανένα πρόβλημα να προπονήσω εκεί και πιστεύω όχι μόνο εγώ, αλλά πολλοί Ευρωπαίοι προπονητές.
ΟΚ; Πολλοί Ευρωπαίοι προπονητές έχουν ποιότητα να πάνε εκεί. Το θέμα είναι αν αυτοί οι άνθρωποι από το ΝΒΑ μια μέρα αποφασίσουν να πάρουν έναν κόουτς».
Αν θα του δώσουν ελευθερία;
«Ναι να του δώσουν ελευθερία να δουλέψει και να εμπιστευτούν τον προπονητή από την Ευρώπη. Ελπίζω ότι μια μέρα θα το κάνουν. Μόνο αυτό».
Δεν θα είναι μια εγωιστική απάντηση, αλλά πιστεύεις ότι αξίζεις να είσαι ο πρώτος;
«Όχι δεν θα σκεφτόμουν ποτέ κάτι τέτοιο. Δεν είναι στο μυαλό μου, δεν είναι σημαντικό για μένα. Για μένα ειλικρινά, το μυαλό μου τώρα είναι μόνο στη Φενερμπαχτσέ.
Αυτό σκέφτομαι, είμαι εδώ, έχω συμβόλαιο για δύο χρόνια και όπως λέω σε όλο τον κόσμο, το συμβόλαιο είναι ένα πράγμα, αλλά η πραγματική ζωή είναι κάτι διαφορετικό. Συνεπώς δουλεύω πολύ σκληρά εδώ, θα συνεχίσω να το κάνω κι ας δούμε τι θα συμβεί. Το μυαλό μου είναι μόνο εδώ και δεν ούτε καν χρόνο να σκεφτώ κάτι άλλο. Κι αυτό είναι, είναι... Ας μην χρησιμοποιήσω την λέξη που σας αρέσει πολύ στην Ελλάδα».
Μετά τον Παναθηναϊκό, σκέφτηκες απλά να αποσυρθείς; Γιατί τα έχεις όλα στη ζωή σου: επιτυχίες, λεφτά, καλή οικογένεια. Κι είσαι πολύ νέος, απλά να απολαύσεις τη ζωή.
«Κοιτάξτε, μετά την απόφαση μου να φύγω από τον Παναθηναϊκό, αποφάσισα ένα χρόνο να μην δουλέψω και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτή την απόφαση. Έκανα τα πράγματα που μου αρέσουν πολύ. Ήμουν με την οικογένεια μου περισσότερο χρόνο, με τους φίλους μου, έκανα πολλά διαφορετικά πράγματα και συνάντησα τους ανθρώπους τους οποίους δεν μου ήταν εύκολο να συναντήσω. Αλλά ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου να μην επιστρέψω».
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς μπάσκετ;
«Όχι, υπάρχει ζωή χωρίς μπάσκετ! Πέρσι πίστεψε με, δεν παρακολούθησα τόσο πολύ μπάσκετ. Ήμουν παρών στο Ισπανικό Κύπελλο, είδα ένα παιχνίδι»
Στο Λονδίνο...
«Ναι στο Λονδίνο, το ματς στο οποίο μας είχαν καλέσει οι Ντιτρόιτ Πίστονς, το φάιναλ-φορ της Ευρωλίγκας και δύο αγώνες μεταξύ της Παρτιζάν και του Ερυθρού Αστέρα στους τελικούς του Σερβικού πρωταθλήματος. Μόνο αυτά, ίσως δέκα παιχνίδια. Τίποτα άλλο και ήμουν πολύ χαρούμενος χωρίς μπάσκετ».
Άλλαξες τίποτα στην προσέγγιση σου στο μπάσκετ. Θυμάμαι ότι όταν ο Γιάννης Ιωαννίδης έμεινε ένα χρόνο εκτός μπάσκετ και πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, άλλαξε τελείως το μυαλό του και την προσέγγιση του στο μπάσκετ.
«Μικρά πράγματα. Όχι πάρα πολλά».
Όπως;
«Πρώτα απ’ όλα έχω διαφορετικούς παίκτες απ’ αυτούς που είχα στον Παναθηναϊκό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ανάλογα με την ποιότητα των παικτών, αλλάζεις κάποια πράγματα.
Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Η εμπειρία στο ΝΒΑ μου βοήθησε να καταλάβω τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν και πιστεύω ότι έχουν κάποια καλά πράγματα, όπως πιστεύω ότι έχουν και κάποια άσχημα πράγματα. Συνεπώς πάντα παίρνεις κάποια πράγματα που σου αρέσουν και που είναι εφικτό να κάνεις εδώ στην Ευρώπη. Υπό αυτή την έννοια άλλαξα.
Κάθε ευκαιρία που έχεις να μιλάς με τους ανθρώπους για μπάσκετ, κάθε σεμινάριο που έκανα πέρσι, σε βοηθά να αλλάξεις μερικές λεπτομέρειες και να τις εφαρμόσεις στους παίκτες σου. Το έχω πει πολλές φορές: Οι παίκτες δεν καταλαβαίνουν μερικές φορές γιατί ένας προπονητής, κάνει μια άσκηση, η βάζει νέα πράγματα. Δεν είναι απαραίτητο να καταλαβαίνουν τα πάντα».
Ακόμα μαθαίνεις;
«Φυσικά. Δια βίου μάθηση».
Μαθαίνεις από τους παίκτες ηλικίας 15-16χρονών που έχουν μαζευτεί στην ομάδα; Νομίζω είναι η πρώτη φορά στην καριέρα σου που δουλεύεις με τέτοια πίστη στο νέο αίμα.
«Ήταν διαφορετικό στον Παναθηναϊκό. Υπήρχαν και εκεί ορισμένοι νεαροί παίκτες και όπως θα θυμάστε έδινα ευκαιρίες να παίζουν. Θυμάμαι το τελευταίο ματς του Αλβέρτη που είπα στον Καραμολέγκο να μπει. Πρέπει να ήταν η πρώτη αλλαγή και με κοιτούσε απορημένος σα να με ρωτάει «εγώ σίγουρα;»
Το ίδιο συνέβη και στο ματς με την Οκλαχόμα τώρα. Τους ενημέρωσα στο ημίχρονο πως θα παίξουν όλοι, να είναι έτοιμοι. Είναι πολύ σημαντικό γι αυτούς να καταλάβουν πως ο προπονητής τους έδωσε την δυνατότητα να παίξουν μπροστά σε τόσο μεγάλο κοινό κόντρα σε μια από τις καλύτερες ομάδες του ΝΒΑ. Θα το θυμούνται σε όλη τους τη ζωή.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Θα συνεχίσω να τους δίνω ευκαιρίες και κάποιοι εξ αυτών θα είναι με την ομάδα μέσα στη σεζόν, θα δουλέψουν μαζί μας και τα πάντα θα εξαρτηθούν από τους ίδιους. Αν είναι αφοσιωμένοι και έτοιμοι, είμαι έτοιμος και εγώ να τους βοηθήσω».
Μετά από ένα χρόνο αποχής από τον Παναθηναϊκό, μπορείς να πεις τι συνέβη, διότι ποτέ δεν αποκάλυψες γιατί έφυγες..
«Δεν έχω κάτι νέο να πω. Ό,τι είχα δηλώσει και τότε. Είμαι πολύ ευτυχής γιατί συνεχίζω να έχω εξαιρετικές σχέσεις με όλους και όπως γνωρίζεται είμαι πολίτης των Αθηνών. Συνεπώς, ο Παναθηναϊκός θα είναι πάντα η ομάδα μου. Πάντα θα είναι στην καρδιά μου».
Ήταν θέμα πεπρωμένου το να αποχωρήσεις μετά από 13 χρόνια, γιατί κανένας δεν πίστευε πραγματικά πως μια μέρα θα έφευγες από τον Παναθηναϊκό..
«Πράγματι και εγώ αυτό πίστευα. Όμως η ζωή δίνει τις απαντήσεις για τα πάντα. Καινούργιες εμπειρίες και ποτέ μη λες ποτέ. Συνέβη όπως συνέβη, όμως ήταν μια απόφαση την οποίο κρίνω ως την καλύτερη για όλους. Για μένα, για το σύλλογο... για όλους. Άλλωστε πέρυσι ο Παναθηναϊκός είχε καταπληκτική σεζόν. Κατέκτησε δύο τρόπαια στην Ελλάδα και κατά την άποψη μου είχε πολύ καλή σεζόν στην Ευρωλίγκα, άρα ήταν καλό και για τον Παναθηναϊκό αυτό που έγινε».
Εάν κατά τύχη συναντήσεις το Δημήτρη Γιαννακόπουλο θα είναι περίεργο ως συναίσθημα;
«Όχι. Συνάντησα το Δημήτρη Γιαννακόπουλο πέρυσι. Τον είδα, μιλήσαμε και έχουμε επαφή. Τα πάντα μεταξύ μας είναι μια χαρά».
Μπορείς να μας δώσεις τις απόψεις σου για τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό την εφετινή σεζόν;
«Είδα λίγο τον Ολυμπιακό στο τουρνουά της Κωνσταντινούπολης. Έχει αλλάξει η ομάδα, αλλά συγχρόνως έχουν ένα κορμό που παίζει μαζί για χρόνια, οπότε θα διεκδικήσουν, με βάση το επίπεδό τους, διακρίσεις παντού και εφέτος. Ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός πάντα μάχονται για τις μεγάλες διακρίσεις, οπότε δεν βλέπω το λόγο να μην συμβεί και φέτος αυτό».
Δίδαξες όλους τους εμπλεκόμενους με το ελληνικό μπάσκετ, συμπεριλαμβανομένων των προπονητών. Είσαι ευτυχής τώρα, μετά την αποχώρησή σου και την αποχώρηση του Ίβκοβιτς που ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός έχουν Έλληνες προπονητές οι οποίοι έμαθαν από εσένα και από τις καθημερινές μάχες σας;
«Ναι, κάνουν εξαιρετική δουλειά και οι δύο. Αν μπορώ να χαρακτηρίσω την πρώτη σεζόν του Μπαρτζώκα στον Ολυμπιακό μετά την τεράστια επιτυχία του, στην πρώτη του χρονιά στην ομάδα, θα την χαρακτήριζα άριστη. Είχαν φοβερή σεζόν. Αλλά σπουδαία ήταν η σεζόν και για τον Παναθηναϊκό. Αυτή είναι η γνώμη μου. Πρωτάθλημα, Κύπελλο και καταπληκτική πορεία στην Ευρωλίγκα, οπότε οι δύο Έλληνες προπονητές δουλεύουν σκληρά και τα αποτελέσματά τους είναι προϊόν της σκληρής αυτής δουλειάς».
Αν αύριο σε πλησιάσει ο Γιώργος Βασιλακόπουλος και σου ζητήσει να αναλάβεις την Εθνική Ελλάδας;
«Αυτό είναι κάτι για το οποίο τα είπαμε. Ξέρεις την απάντηση μου, το πόσο αγαπάω την Ελλάδα, αλλά και το πόσο καλή σχέση έχω με τον κύριο Βασιλακόπουλο. Αυτή δεν είναι ερώτηση για μένα. Και εδώ μιλάνε για την πιθανότητα να αναλάβω την εθνική Τουρκίας. Τα ίδια και στη Ρωσία και δεν ξέρω που αλλού. Είμαι προπονητής της Φενέρμπαχτσε και όλος ο χρόνος μου προορίζεται για την ομάδα αυτή. Το μυαλό μου δεν σκέφτεται τίποτα άλλο».
Άρα μετά τη φυγή του Ίβκοβιτς θα γυρίσεις στην εθνική Σερβίας;
«Λοιπόν, είμαι προπονητής της Φενέρμπαχτσε και τόσο ο χρόνος όσο και οι σκέψεις μου, είναι για τη Φενέρμπαχτσε και μόνο».
Ποια είναι η πρώτη λέξη που έμαθες στα τούρκικα ερχόμενος στην Κωνσταντινούπολη; Μποτιλιάρισμα;
«Όχι, όχι.... Serefe…. Σημαίνει «στην υγειά μας».
Μιλήσαμε με τον Κενάν Σιπάχι και μας δήλωσε πως του αρέσει πολύ ο Διαμαντίδης και θέλει να του μοιάσει Τι κοινό υπάρχει μεταξύ τους;
«Ακολουθούν το ίδιο άθλημα. Όχι εντάξει, είναι ένας πολύ ταλαντούχος παίκτης στον οποίο αρέσει η σκληρή δουλειά. Όπως όλοι οι νεαροί παίκτες που παίζουν πλέι μέικερ, αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Ξοδεύω χρόνο για να τον καθοδηγώ και να δουλεύει σκληρά. Τα πάντα εξαρτώνται από αυτόν. Του μίλησα το καλοκαίρι και του είπα πως τον υπολογίζω για να του δώσω την ευκαιρία να αγωνιστεί. Όχι να είναι στον πάγκο. Το πόσο θα παίζεις του είπα, θα εξαρτηθεί από τη συμπεριφορά σου, την αφοσίωσή σου στο μπάσκετ και ως τώρα είμαι πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά του. Θα έχει μέσα στη σεζόν σκαμπανεβάσματα, αλλά πείτε μου ποιος δεν έχει; Και ο Διαμαντίδης την πρώτη του χρονιά στον Παναθηναϊκό κάπως έτσι ήταν.
Το να συγκρίνουμε τον Σιπάχι με τον Διαμαντίδη είναι άτοπο, αλλά είναι καλό που Σιπάχι αντιλαμβάνεται πόσο σημαντικός είναι ο Διαμαντίδης ως παίκτης. Εγώ λοιπόν του λέω πόσο σπουδαίος είναι και ως άτομο ο Διαμαντίδης, κάτι το οποίο είναι εξ ίσου σημαντικό. Άρα αν στοχεύει στο να γίνει Διαμαντίδης είναι το καλύτερο για όλους μας».
Υπάρχει ακόμα εκνευρισμός με τον παίκτη, το όνομα του οποίο δεν αναφέρεις (σ.σ.: Σπανούλης);
«Δεν έχει να κάνει με αυτό. Ξέρεις πως είμαι ως προς αυτό. Ό, τι έγινε έγινε και ανήκει στο παρελθόν. Καλύτερα να βλέπουμε το μέλλον και να απολαμβάνουμε τη ζωή. Δεν είμαι άνθρωπος που σκέφτεται έτσι το τι έγινε. Όλοι δικαιούνται σε ένα βαθμό να κάνουν λάθος. Και αν το αντιλαμβάνεσαι το λάθος σου, είναι καλό. Μιλάω πρωτίστως για μένα και μετά για τους υπόλοιπους. Η ζωή είναι γεμάτη τέτοια. Αποφάσεις καλές ή κακές και λάθη και τα πράγματα είναι έτσι».
Ποιος είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να φτάσει κανείς στην επιτυχία; Μιλάω γενικά και όχι μόνο για τη Φενέρμπαχτσε. Μετά από 22 χρόνια στους πάγκους...
«Εδώ μέσα. Στο προπονητήριο πρέπει να ξοδεύεις πάρα πολλές ώρες και σε ομιλίες προς τους παίκτες για να τους εξηγήσεις πως το μπάσκετ δεν είναι μόνο όταν παίζεις, αλλά και άλλες μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Αλλά και το να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου και να δίνεις το 101% που μπορεί να έχεις μέσα σου».
Υπάρχουν διαφορές ή και ομοιότητες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων; Όπως ο χαρακτήρας, ή ο τρόπος ζωής;
«Ακούστε, μία από τις πιο συχνές ερωτήσεις που μου έγιναν ήταν για τους νεαρούς Τούρκους παίκτες, τους νεαρούς Έλληνες παίκτες, τους νεαρούς Ισπανούς παίκτες.
Τους είπα, όχι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει είναι οι παίκτες σε κάθε χώρα που τους αρέσει να δουλεύουν και αυτοί που δεν τους αρέσει. Υπάρχουν τεμπέληδες και υπάρχουν αυτοί που έρχονται σαν τρελοί να δουλέψουν. Αυτό ισχύει στην Τουρκία, στην Ελλάδα, στην Σερβία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, οπουδήποτε.
Υπάρχει κόσμος που θέλει να δουλέψει και υπάρχει κόσμος που δεν θέλει να δουλέψει. Έτσι έχουν τα πράγματα».
Δεν εννοούσα απαραίτητα τους παίκτες, εννοούσα τη γενικότερη νοοτροπία...
«ΟK, ξέρετε ότι υπάρχει μια μείξη πραγμάτων. Υπάρχουν ακόμα πολλοί Έλληνες που συνεχίζουν να ζουν στην Κωνσταντινούπολη, κάθε μέρα συναντώ και κάποιους από αυτούς.
Υπάρχουν πολλές ομοιότητες και αυτό είναι καλό. Και μετά από τόσα χρόνια συμβαίνουν κάποια πράγματα στις προπονήσεις και χρησιμοποιώ ελληνικές λέξεις και πιστέψτε με τις καταλαβαίνουν. Χαμογελούν και αστειεύονται με αυτό. Είναι πολύ καλοί άνθρωποι, καταλαβαίνουν απόλυτα ποιο ήταν το παρελθόν μου και μιλώντας με Τούρκους πάντα συγκρίνουμε κάποια πράγματα με την Ελλάδα, όπως και με τη Σερβία. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες».
Εσύ, ο Ντούντα και άλλοι Σέρβοι προπονητές βοηθήσατε τους Έλληνες προπονητές να αποκτήσουν νοοτροπία υπέρ της σκληρής δουλειάς και βλέπουμε τους Έλληνες προπονητές να συνεχίζουν να βελτιώνονται και να βγαίνουν συνεχώς νέοι καλοί κόουτς. Από την άλλη πλευρά δεν βλέπουμε νέους Σέρβους προπονητές να βγαίνουν. Είναι κάτι περίεργο που σε κάνει να ανησυχείς;
«Έχουμε νεαρούς προπονητές που δουλεύουν πολύ, πολύ καλά. Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι να τους εμπιστευτεί κάποιος, να τους δώσει ευκαιρίες, γιατί υπάρχει μια περίεργη κατάσταση, όχι μόνο στη Σερβία, αλλά παντού. Ξεκινά οι σεζόν και οι ομάδες αλλάζουν προπονητές μετά από δύο μήνες. Όπως λέω πάντα πρέπει να μιλήσουμε περισσότερο για αυτούς που τους προσέλαβαν, παρά για τους ίδιους τους προπονητές.
Πρέπει να καταλάβουν γιατί απέκτησαν κάποιον και να τον εμπιστευτούν, κάθε προπονητή στον κόσμο. Αυτό είναι το κλειδί. Αυτό δεν έχουμε. Το πρόβλημα είναι η εμπιστοσύνη».
Πως επιβιώνεις με το μποτιλιάρισμα στους δρόμους;
«Αποφάσισα να μείνω σχετικά κοντά στο γήπεδο. Είναι μια διαδρομή 15 λεπτών. Η κίνηση, όμως, είναι τρελή. Είναι σαν την Αθήνα πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ποτέ δεν ξέρεις αν θα υπάρχει κίνηση ή όχι. Είμαι κάποιος που δεν ξέρει ακόμα πολύ καλά την πόλη και αρχικά ήθελα να μείνω στην ευρωπαϊκή πλευρά. Όταν κατάλαβα τι συμβαίνει με την κίνηση, είπα ότι αυτό δεν γίνεται και τώρα είμαι κοντά στο γήπεδο».
Θυμάμαι την ερώτηση που σου έκανα μετά το Φάιναλ Φορ του 2007, όταν ο Παναθηναϊκός νίκησε την ΤΣΣΚΑ και πήρε το κύπελλο. Θυμάμαι και την απάντηση σου. Η ερώτηση ήταν ποιος είναι ο επόμενος στόχος σου και η απάντηση σου ήταν η επόμενη προπόνηση. Είναι και πάλι ίδια η απάντηση; Μετά από 22 χρόνια στη δουλειά, μετά από 8 τίτλους στην Ευρωλίγκα και μετά από τόσες διακρίσεις σε εθνικό επίπεδο;
«Αυτός είναι ο μόνος τρόπος . Έρχομαι στην προπόνηση και πραγματικά νοιώθω χαρούμενος εδώ. Ο στόχος μου είναι να συνεχίσω να είμαι χαρούμενος. Να απολαμβάνω τη ζωή μου και τη δουλειά μου πάνω από όλα και έτσι έχουν τα πράγματα.
Είμαι άνθρωπος που θα έρθω στην ώρα μου για να αρχίσω την προπόνηση, αλλά είμαι και ένας άνθρωπος που μου αρέσει η ζωή. Πάντα προσπαθώ να τα συνδυάζω αυτά τα δύο. Πιστεύω ότι είναι κάτι πολύ σημαντικό και προσπαθώ να το κάνω. Αυτός, λοιπόν, είναι ο στόχος, αυτό είναι το κίνητρο. Χωρίς αυτό θα σταματήσω.
Το όνειρο μου είναι να έρθει μια μέρα που θα σταματήσω, θα ανοίξω ένα μπιτς μπαρ στην Ελλάδα».
Σε ποιο μέρος;
«Έχω έναν πολύ καλό φίλο στην Ελλάδα και έχουμε πει ότι θα ανοίξουμε ένα μπαρ που θα λέγεται «Teenagers», γιατί είμαστε σε αυτή την ηλικία. Παρεμπιπτόντως είναι κοντά στη ηλικία μου. Αυτός είναι ο τελικός στόχος. Μια μέρα θα το κάνω αυτό. Το ελπίζω».
Θα συνεχίσεις να τρέχεις για 7-8 οκτώ χιλιόμετρα κάθε εβδομάδα εδώ στην Πόλη;
«Ναι θα προσπαθήσω. Αυτό είναι κάτι που με βοηθά να έχω την απαραίτητη ενέργεια για αυτή τη δουλειά και προσπαθώ να προστατεύω τον εαυτό μου. Ειλικρινά. Γιατί ξέρεις ότι μετά από αυτά έρχεται η νύχτα και η νύχτα συνήθως είναι αρκετά μεγάλη».
Έχεις σκεφτεί τι δουλειά θα έκανες, αν δεν ήσουν προπονητής μπάσκετ, στα 53 σου;
«Νομίζω πολλά πράγματα και λέω πολλά, γιατί στη ζωή έχεις πολλά πράγματα να κάνεις, αλλά ξέρεις ότι για την προσωπική μου ζωή και τα προσωπικά μου πράγματα δεν θέλω να μιλάω πολύ».
Απλά πες μου μια δουλειά που θα ήθελες να κάνεις;
«Αυτή είναι η δουλειά. Είμαι τώρα 53 ετών , αλλά και στα 60 μάλλον το ίδιο θα κάνω. Μετά θα είμαι στο μπαρ να σερβίρω τον κόσμο!».
Υπάρχει ένα ορόσημο που θες να φτάσεις πριν ολοκληρώσεις την καριέρα σου στο μπάσκετ;
«Όχι, όχι...».
Εξαρτάται από τις συνθήκες;
«Όχι, δεν ξέρω. Το πως νιώθεις κάθε φορά είναι διαφορετικό. Πως μπορώ να υποσχεθώ στον εαυτό μου ότι θα πετύχω κάτι και θα σταματήσω; Αυτό θα εξαρτηθεί από πολλά πράγματα.
Έχω οικογένεια, έχω φίλους. Για να είμαι ειλικρινής κάποιοι ήταν έξαλλοι από την απόφαση μου να μείνω έναν χρόνο χωρίς ομάδα. Και όταν ήρθε το καλοκαίρι πολλοί από αυτούς με πίεζαν. Μου έλεγαν «είσαι τρελός; Ένας ακόμα χρόνος χωρίς μπάσκετ; Δεν μπορεί να γίνει αυτό, πρέπει να βρεις μια ομάδα».
Και τους είπα αυτή είναι η δική μου ζωή, όχι η δική σας. Επομένως αφήστε με ήσυχο να αποφασίσω κάτι τέτοιο. Αλλά ΟΚ, πάντα είναι καλό να αστειεύεσαι με κάποια πράγματα με τους φίλους σου».
Για ποιο πράγμα, ή για ποιον λόγο θα θέλεις να θυμούνται το όνομα σου στην Ελλάδα για πάντα, αν όχι για τους τίτλους, αν όχι για τα πρωταθλήματα, αν όχι για κάποιο από τα κατορθώματα σου;
«Πιστεύω ότι ο κόσμος που βρίσκεται κοντά μου, φίλοι και οπαδοί του Παναθηναϊκού, ξέρουν πως είμαι ως άνθρωπος. Και θα ήθελα να με θυμούνται για αυτό. Ένας απλός άνθρωπος που του αρέσει η δουλειά του, απολαμβάνει τη ζωή του με τους ανθρώπους εκεί, που έχει επαφή με όλους και έχει την ευκαιρία που είναι μεγάλη τιμή για μένα, να γίνει πολίτης της Αθήνας».