Δεν ξέρω γιατί, αλλά έχω μια αίσθηση ότι η Εθνική μας θα πάει καλά σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο που, είναι αλήθεια, μπήκε «από το παράθυρο», αλλά ο εγωισμός που έχει ποτίσει το DNAτης τις τελευταίες τρεις δεκαετίες είναι σίγουρο πως θα ενεργοποιηθεί και θα δείξει σε όλους ότι πραγματικά αξίζει να είναι στη μεγάλη γιορτή του Παγκοσμίου μπάσκετ.
Από πού πηγάζει αυτή η αισιοδοξία μου; Σαφή απάντηση, σίγουρα δεν έχω. Όμως, για κάποιο λόγο νοιώθω ότι κάτι καλό θα βγει από αυτό το ταξίδι στην Ισπανία. Άλλωστε, η ομάδα δείχνει πως κάνει ένα γενικό restart σε όλα τα επίπεδα. Συνεπώς, για όποιον πιστεύει στις συμπτώσεις, να θυμίσω ότι από την ίδια χώρα και για την ίδια διοργάνωση, πριν από 28 χρόνια έγινε η εκκίνηση για να αλλάξει η μπασκετική μας ζωή για πάντα.
Γιατί, λοιπόν, είμαι αισιόδοξος για την πορεία της ομάδας; Μα, φυσικά, γιατί είναι η Εθνική Ελλάδος. Όχι, δεν είμαι ούτε εθνικόφρων (με την παρεξηγημένη έννοια, βεβαίως-βεβαίως), ούτε αιθεροβάμων εραστής της «επίσημης αγαπημένης».
Είμαι αισιόδοξος γιατί βλέπω στην ομάδα «σπίθα». Όλοι οι παίκτες έχουν κάτι που δεν είχαν στις τελευταίες διοργανώσεις. Είναι αυτό που λένε οι ηθοποιοί «περνάμε καλά και αυτό βγαίνει προς τα έξω». Αυτό είναι αλήθεια. Όπως, όταν σε μία ομάδα κάτι δεν πάει καλά, υπάρχει εσωστρέφεια και κατήφεια, έτσι και όταν οι παίκτες είναι ευχαριστημένοι με αυτό που κάνουν, παρά την κούραση που κουβαλούν, το χαμόγελο που βγαίνει από τα χείλη τους είναι ειλικρινές και δείχνει ότι είναι όντως μια καλή παρέα που προσπαθεί για το καλύτερο.
Ειλικρινά, πείτε μου πόσοι θα περίμεναν τα προηγούμενα χρόνια παίκτες και προπονητής να συμμετέχουν σε αυτή τη σαχλαμάρα του IceBucketChallenge. Εδώ καλά καλά με το ζόρι έλεγαν «καλημέρα» μεταξύ τους, όχι να μπουγελώνονται κιόλας. Αντίθετα, φέτος, πρώτος το χορό του νερού έσυρε ο προπονητής της ομάδας και τον ακολούθησαν και οι παίκτες, με τις «παλιοσειρές» να μπουγελώνουν τους νέους και τούμπαλιν. Εντάξει, μια Εθνική Ομάδα πριν από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο δε μπορεί να είναι «παιδική χαρά», αλλά, αν μη τι άλλο οι παίκτες δείχνουν ότι υπάρχει καλό κλίμα και πως ο, τι και να γίνει αγωνιστικά, δεν θα το χαλάσει.
Εκτός από αυτό, το γεγονός ότι έπειτα από χρόνια δεν υπάρχει ο σούπερ σταρ στην ομάδα, αλλά το σύνολο είναι που θα την οδηγήσει στη διοργάνωση, εμπεριέχει και ένα στοιχείο έκπληξης που μπορεί να λειτουργήσει υπέρ μας. Μην βιαστεί κάποιος να το χαρακτηρίσει ως μομφή για την μέχρι πέρσι παρουσία του Βασίλη Σπανούλη. Ο αρχηγός του Ολυμπιακού είναι απώλεια για την ομάδα και μακάρι να επιστρέψει του χρόνου στο Ευρωμπάσκετ πιο δυνατός και ξεκούραστος. Όταν, όμως, το παιχνίδι της ομάδας εξαρτάται μόνο από έναν παίκτη, τότε γίνεται πιο εύκολα προβλέψιμο και όλες οι αδυναμίες της πιο χτυπητές.
Εξάλλου, την ιστορία πάντα την γράφουν οι παρόντες και με την παρουσία δώδεκα ρολιστών, ο Φώτης Κατσικάρης έχει πλεονέκτημα απέναντι στους αντιπάλους του ότι μπορεί να βγάζει κάθε φορά άλλο «λαγό» από το καπέλο των πλάνων του. Σε αντίθεση με ο, τι υποστηρίζουν πολλοί σχετικά με το γεγονός ότι στην κρίσιμη στιγμή δεν υπάρχει το σίγουρο χέρι που θα πάρει τη μπάλα στα χέρια του, επιστρέψτε μου να έχω μια μικρή διαφωνία.
Αν η ομάδα έχει δουλέψει σωστά, όντως, δεν υπάρχει ένα σίγουρο χέρι, αλλά δώδεκα ζευγάρια. Και εξηγούμαι. Όταν η ομάδα έχει δουλέψει στις προπονήσεις και ο κάθε παίκτης γνωρίζει το ρόλο του και το πόσο σημαντική είναι η παρουσία του στο παρκέ –μικρή ή μεγάλη, ελάχιστη σημασία έχει – νομίζω πως και το θάρρος και την δύναμη και την αποφασιστικότητα θα βρει στην κρίσιμη στιγμή να βγει μπροστά. Λίγο να έχεις «μπιστήσει» τη μπάλα, μπορείς να το αντιληφθείς.
Αυτό, βεβαίως, δε σημαίνει ότι όλα είναι καλά και ρόδινα. Η Εθνική έχει σαφείς και χτυπητές αδυναμίες που φάνηκαν σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας. Κάποιες καλύφθηκαν, κάποιες όχι εντελώς, κάποια κρυφά χαρτιά σίγουρα κρατάει ο Κατσικάρης. Το βέβαιο πάντως είναι ότι όση αισιοδοξία και να έχει κανείς, δε μπορεί να ονειροβατεί ότι η Εθνική θα πάει και θα σαρώσει.
Παρακολούθησα όλα τα φιλικά της Εθνικής, βρέθηκα και στο ΟΑΚΑ για να τα δω όλα από πιο…κοντά, αλλά δε μπορώ να πω ότι θαμπώθηκα από την απόδοσή της. Από τα πρώτα φιλικά έδειχνε πως έψαχνε να βρει τη «χημεία» της, πράγμα λογικό για μια ομάδα που έχει αρκετά νέα πρόσωπα, καινούριο προπονητή, άρα και φιλοσοφία, αρκετά χρόνια χωρίς επιτυχία και γενικότερα, δείχνει να κάνει μια επανεκκίνηση.
Παρ’ όλα αυτά, υπήρχαν από το πρώτο κιόλας φιλικό στοιχεία που έδειχναν πως κάτι καλό γίνεται, απλώς θέλει λίγο χρόνο για να δουλευθεί. Για πρώτη φορά είδαμε την Εθνική να θέλει να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο, αλλά όχι χωρίς σύστημα και σκοπό. Υπήρχε πλάνο, γρήγορες αλλαγές, καλή κυκλοφορία της μπάλας και πάνω από όλα, υπομονή. Είδαμε τρέξιμο, αλλά όχι βιασύνη.
Οι παίκτες γυρίζουν με υπομονή τη μπάλα στην περιφέρεια ψάχνοντας να βρουν την κατάλληλη επιλογή είτε μέσα στη ρακέτα, εκεί όπου ειδικά με τον Γιάννη Μπουρούση μέσα, πάντα υπάρχει τρόπος η μπάλα να πάει στο καλάθι, είτε με σουτ από το τρίποντο, έστω κι αν δε μπορούμε να πούμε ότι ήταν…πολυβόλα από τα 6,75 μ.
Η Ελλάδα έπαιξε πολύ με το τρίποντο στην προετοιμασία, κάτι που μπορεί να αποτελέσει υπερόπλο, αν τα σουτ μπουν, τροχοπέδη αν ο αντίπαλος έχει διαβάσει καλά την άμυνα και εμποδίζει τους ελεύθερους χώρους. Μέχρι στιγμής, τα πάντα ήταν μοιρασμένα. Ας ελπίσουμε ότι στα δύσκολα παιχνίδια τα σουτ θα μπουν κι αν όχι…ένα ριμπάουντ ρε παιδιά!
Όσο περνούσε ο καιρός αυτό που φαινόταν ως μέγιστη αδυναμία της Εθνικής ήταν το παιχνίδι μέσα στη ρακέτα και, φυσικά, ο έλεγχος των ριμπάουντ που μπορεί να κρίνει πολλά στην πορεία ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η Εθνική επέτρεπε πολλά εύκολα επιθετικά ριμπάουντ στους αντιπάλους της, κάτι που, με ομάδες όπως η Γαλλία που έχει πολλά ψηλά και αθλητικά κορμιά και έκαναν πάρτι κάτω από το ελληνικό καλάθι, μπορεί να της δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα.
Εκτός του Γιάννη Μπουρούση, η απώλεια της τελευταίας στιγμής του Κουφού, ήταν ένα χτύπημα «κάτω από τη ζώνη» στον Φώτη Κατσικάρη, αφού υπολόγιζε πολλά στον σέντερ των MemphisGrizzlies.
Επιπροσθέτως, είχε να διαχειριστεί την απουσία του Νικ Καλάθη σε όλο το διάστημα της αγωνιστική προετοιμασίας, λόγω της γνωστής του τιμωρίας, κάτι που δεν τον βοηθούσε να δει στο παρκέ όλα όσα σχεδίαζε στην προπόνηση μέχρι το προτελευταίο τεστ με την Τουρκία στο ΟΑΚΑ.
Δεν θα σταθούμε στα πως και τα γιατί, αφού ο πανέξυπνος κόουτς έβαλε τέλος από την αρχή στη μουρμούρα και αποφάσισε να κάνει το καλύτερο δυνατό που μπορούσε με το υλικό που είχε απομείνει στα χέρια του. Και είναι αλήθεια ότι έχει καλό υλικό, έστω κι αν οι υπόλοιποι ψηλοί στην αρχή απογοήτευσαν.
Η άνοδος του Ίαν Βουγιούκα στα τελευταία παιχνίδια της προετοιμασίας έφερε χαμόγελα. Ο σέντερ της Ούνικς Καζάν, αφού ξεπέρασε το αρχικό αγωνιστικό μούδιασμα, εμφανιζόταν κάθε παιχνίδι και καλύτερος, τόσο επιθετικά όσο και αμυντικά, χαρίζοντας μερικά περισσότερα λεπτά ξεκούρασης στον Γιάννη Μπουρούση ανάλογα με την εξέλιξη των αγώνων.
Ο Φώτης Κατσικάρης δοκίμασε πολλά σχήματα και είδε όλα να αποδίδουν κατά ορισμένα διαστήματα, ενώ είχε το χρόνο να αναλύσει όλες τις αδυναμίες που παρουσίαζε η ομάδα. Και ήταν αρκετές όλο αυτό το διάστημα. Αδυναμία στα ριμπάουντ, πολλές χαμένες βολές που σε κρίσιμα σημεία θα κοστίσουν, κενά διαστήματα με την Εθνική να μένει έως και ολόκληρα πεντάλεπτα χωρίς σκορ, χαμηλά ποσοστά από την περιφέρεια ήταν μόνο μερικά από αυτά.
Αν θα καλυφθούν, θα το δούμε στην πορεία του τουρνουά. Μέχρι τώρα λέγαμε πως χρόνος βελτίωσης υπάρχει. Τώρα η κλεψύδρα άδειασε και σε λίγες ώρες τα ψέματα τελειώνουν. Τα λάθη θα πληρωθούν και μάλιστα ακριβά. Στα θετικά για την Εθνική μας το βατό –θεωρητικά πάντα – πρόγραμμα στο ξεκίνημα.
Η Σενεγάλη στην πρεμιέρα και οι Φιλιππίνες στη συνέχεια είναι οι αντίπαλοι που σίγουρα θα επιθυμούσαν οι πρωταγωνιστές της Εθνικής μας για να έχουν ένα καλό ξεκίνημα που και ψυχολογία θα δώσει και ευκαιρία να δοκιμαστούν και πάλι τα λάθη και οι αδυναμίες της ομάδας πριν μπουν στα δύσκολα με την Κροατία, το Πουέρτο Ρίκο και την Αργεντινή.
Τα παθήματα των τελευταίων ετών με θεωρητικά υποδεέστερους αντιπάλους αναμφισβήτητα έγιναν μαθήματα και το ξέρουν περισσότερο οι διεθνείς μας, συνεπώς, δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να συζητήσω ότι με τις δύο αυτές νίκες στις πρώτες αγωνιστικές που θα της δώσουν σχεδόν αυτόματα και την πρόκριση στην επόμενη φάση, η Ελλάδα δεν θα παρουσιαστεί καλύτερη στη συνέχεια.
Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι η Εθνική μας μπορεί ακόμα και το 5/5 στον όμιλό της, αρκεί να είναι συγκεντρωμένη και να περιορίσει τα λάθη και τα κενά διαστήματα.
Αν ήταν να με ανησυχήσει κάτι πολύ, αυτό είναι μόνο τα διασταυρώματα στους «16». Πιστεύω πως οποιοσδήποτε αντίπαλος εκτός από την οικοδέσποινα Ισπανία, για τους γνωστούς και ευνόητους λόγους, μπορεί να ηττηθεί από μια καλή Εθνική που έχει το «μαχαίρι στα δόντια».
Αλλά πολύ μακριά το πήγαμε. Είπαμε, είμαστε αισιόδοξοι, αλλά ας κρατάμε και μικρό καλάθι. Σε γενικές γραμμές νομίζω ότι μπορούμε να περιμένουμε πολλά καλά από την Εθνική μας. Ποια μπορεί να είναι αυτά;
Περιμένουμε σίγουρα καλύτερη κυκλοφορία και ανάπτυξη με την απόλυτη ενσωμάτωση του Καλάθη που μπορεί να αλλάξει το ρυθμό και, γιατί όχι, τον ρουν ενός αγώνα σε δυο τρεις φάσεις και μόνο. Ως φυσική απόρροια, περιμένουμε αγωνιστική άνοδο των υπόλοιπων γκαρντ, ώστε να ευοδωθεί αυτή η «προσθήκη» και να μετουσιωθεί σε προωθητική δύναμη.
Ο αρχηγός Νίκος Ζήσης, πιθανότατα στο τελευταίο Μουντομπάσκετ της καριέρας του, είναι πάντα η ήρεμη δύναμη κι εκείνος που δεν θα τα παρατήσει ποτέ, έχοντας ζήσει τις μεγάλες επιτυχίες των προηγούμενων ετών. Από κοντά, οι Σλούκας και Μάντζαρης που δεν έδειξαν στην προετοιμασία τα αποθέματα του πλούσιου ταλέντου τους, χρωστούν και είναι βέβαιο ότι θα κάνουν κάποια μεγάλα ματς στην διάρκεια του τουρνουά.
Μεγάλα ματς χρωστάει και ο Κώστας Βασιλειάδης που μπορεί να αμφισβητήθηκε πολύ από τους φιλάθλους και τους «προπονητές των καναπέδων», αλλά στοιχηματίζω από τώρα ότι θα «κολλήσει» ένα δυο μεγάλα σουτ που θα μας σηκώσουν όλους να πανηγυρίζουμε.
Περιμένουμε ένα ενθουσιώδες τουρνουά από τους δύο NBAers της ομάδας που φέρνουν νιάτα, δύναμη και διάθεση για θέαμα. Ο Κώστας Παπανικολάου, πιο ώριμος από ποτέ και με «φτερά» στα πόδια εξαιτίας της μετεγγραφής του στους Houston Rockets, μπορεί να εξελιχθεί σε παίκτι – κλειδί για την Εθνική μας.
Από την άλλη και ο πρωτάρης με την Εθνική, Γιάννης Αντετοκούνμπο, στα ματς της προετοιμασίας έδειξε ότι μπορεί να συνδυάσει ουσία και θέαμα, τρέχοντας στον αιφνιδιασμό, κατεβάζοντας ριμπάουντ και προσφέροντας τα τεράστια χέρια του για καλές άμυνες, ενώ, έστω κι αν υστερεί λίγο στην άμυνα και στο μακρινό σουτ –στοιχεία που μπορούν να δουλευθούν στην προπόνηση - αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για τον Φώτη Κατσικάρη, καθώς έχει στα χέρια του έναν «εργαλείο» που, αν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να είναι πολύτιμο.
Ας μην ξεχνάμε πως είναι μόλις 19 ετών, με τεράστια αποθέματα βελτίωσης, ενώ από την εποχή του μεγάλου Φάνη είχαμε να δούμε παίκτη με τέτοια προσόντα που να μπορεί να παίζει το ίδιο καλά σε όλες τις θέσεις. Αν, μάλιστα, δεν εμφανίσει αυτήν την παροιμιώδη…αλλεργία του «Μπέμπη» στην σκληρή δουλειά, έχουμε να περιμένουμε πολλά τα επόμενα χρόνια.
Περιμένουμε επίσης μια σταθερά καλή παρουσία, όπως μας έχουν συνηθίσει από τους Μπουρούση, Πρίντεζη και Καϊμακόγλου, ο οποίος δίστασε μεν να βάλει στοίχημα το…μούσι του για την κατάκτηση ενός μεταλλίου, αλλά κατά την αναχώρηση της αποστολής για την Ισπανία μπορούσε κανείς εύκολα να διακρίνει την αισιοδοξία στο βλέμμα του.
Έχουμε επίσης να δούμε αν θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία ο Ίαν Βουγιούκας, καθώς και την πολύτιμη συμμετοχή του Ανδρέα Γλυνιαδάκη, έστω για λίγα αγωνιστικά λεπτά, για να σπρώξει, να κάνει χρήσιμα φάουλ και να δώσει σημαντικές ανάσες στους συμπαίκτες του. Ο Ανδρέας, άλλωστε, είναι το πιο ψηλό κορμί της Εθνικής, έχει εμπειρία, έχει γνώση του ρόλου του ως «αναλώσιμος», χωρίς, μάλιστα, να δυσανασχετεί, αλλά σε κάθε ευκαιρία να δηλώνει περήφανος για την συμμετοχή του στην ομάδα –έστω κι αν αυτή ήρθε την τελευταία στιγμή ελέω Κουφού, αλλά…αυτός έχασε! - παίζει πάντα με φιλότιμο και αυτοθυσία και προσπαθεί για το καλύτερο, συνεπώς αποτελεί ένα χρήσιμο «γρανάζι» στην «γαλανόλευκη» μηχανή.
Για το τέλος, περιμένουμε έναν Φώτη Κατσικάρη έτοιμο να ανταποκριθεί στην πρόκληση του Παγκοσμίου Κυπέλλου και να οδηγήσει την Εθνική Ομάδα στο καλύτερο που της αξίζει. Στα υπέρ του, ότι έχει κερδίσει τους παίκτες από την πρώτη στιγμή, δεν έχει την πίεση της σκοπιμότητας και της «εδώ και τώρα» διάκρισης, έχει καλό υλικό που δείχνει να το ξέρει καλά και, κυρίως, έχει επιθυμία να αποδείξει ότι και θέλει και μπορεί.
Αν βάζαμε ως αρνητικό την έλλειψη πρότερης εμπειρίας σε πάγκο Εθνικής Ομάδας, να το δεχθούμε, αλλά αυτό με κάνει περισσότερο αισιόδοξο γιατί και ο Γιαννάκης δεν είχε καθίσει ποτέ σε πάγκο, αλλά με το σορτσάκι της «γαλανόλευκης» να μην έχει ακόμα στεγνώσει από τον ιδρώτα του, οδήγησε την Ελλάδα σε δύο συνεχόμενους ημιτελικούς σε Ευρωμπάσκετ το 1997 και Παγκόσμιο το 1998. Ας είναι τέτοιο και το άστρο του Φώτη!
Τα ψέματα τελείωσαν, λοιπόν! Η Εθνική περιμένει το πρώτο της «θύμα», τη Σενεγάλη! Συμπαθείς οι Αφρικανοί, αλλά να είστε σίγουροι ότι θα πέσουν πρώτοι!
Σε κάθε περίπτωση, όλες αυτές τις μέρες που βλέπω τα διαφημιστικά στην τηλεόραση για το Παγκόσμιο, η αγωνία μεγαλώνει. Η προσμονή και η επιθυμία είναι πάντα ένα ιδιαίτερο συναίσθημα. Έχω ήδη ετοιμάσει «κατάσταση» για το πρώτο τζάμπολ.
Κι αν ακόμα δεν έρθει η διάκριση για την Ελλάδα, το ζητούμενο είναι, όπως είπαν όλοι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της, να φανεί ανταγωνιστική σε όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης. Αν το κάνει αυτό, όλο και κάτι καλύτερο από μια αξιοπρεπή παρουσία μπορεί να φέρουν πίσω στις αποσκευές τους!
Κι αν αυτό το κάτι έχει κάποιο ιδιαίτερο…χρώμα; Γιατί όχι! Μέχρι τότε, Ελλαδάρα μαζί σου! Καλό τουρνουά να έχουμε!
ΥΓ: Πριν από κάθε μεγάλη διοργάνωση που συμμετέχει η Εθνική, νοιώθω ζήλεια για δύο συγκεκριμένα ζητήματα. Αφενός, γιατί λατρεύω να διαβάζω τις ιστορίες του Βασίλη Σκουντή, όπου κι αν γράφει, για τον οποίο τρέφω απεριόριστη εκτίμηση και την καλώς εννοούμενη ζήλεια για όσα έχει ζήσει στην τεράστια καριέρα του. Μακάρι να μας αξιώσει ο Θεός να ζήσουμε κάποτε κι εμείς έστω το ένα δέκατο και θα είμαστε ευτυχισμένοι! Το δεύτερο είναι ότι πάλι για κάποιους λόγους –συνήθως οικονομικοί είναι αυτοί – δεν κατάφερα να ζήσω ένα τουρνουά με την αποστολή των Πελαργών. Αυτοί είναι οι πιο πιστοί οπαδοί της Εθνικής και τους αξίζουν πάντα συγχαρητήρια γιατί την στηρίζουν και στα εύκολα και, κυρίως, στα δύσκολα. Κάθε φορά δίνω στον εαυτό μου την υπόσχεση ότι στην επόμενη διοργάνωση θα είμαι μαζί τους. Ελπίζω το 2015 να την κρατήσω…