Δε θα μπορούσα να το ξεχάσω. Δε γίνεται. Το περιμέναμε, άλλωστε, με τα φιλαράκια όλες τις μέρες. «Μην ξεχαστούμε, ρε! Κυριακή έχει μάζωξη!». Οι μισοί, ωστόσο, λάκισαν εξαιτίας του τρίτου τελικού μεταξύ του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, που, σύμφωνα με τη μέχρι τώρα εικόνα των δύο ομάδων θα δώσει στους «ερυθρόλευκους» το Πρωτάθλημα έπειτα από μια μακρά ξηρασία. Η παρουσία μας στο ΣΕΦ λόγω του τελικού, αλλά και επαγγελματικές υποχρεώσεις το πρωινό δεν επιτρέπουν μάζωξη. Ας είναι. Θα το γιορτάσουμε μια μέρα πριν!
Η μέρα που ξημερώνει δε μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο. Ό, τι και να γίνεται, όσα χρόνια κι αν περάσουν, πάντα όταν πλησιάζει η μέρα θα περνούν από το μυαλό οι ίδιες ακριβώς σκέψεις.
14 Ιουνίου 1987. Η νύχτα που μας άλλαξε τη –μπασκετική- ζωή. Και φέτος, όπως και τότε. Την περιμένω κάθε φορά σαν να μην την έζησα ποτέ. Έχουν περάσει ήδη 28 χρόνια. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη και δεν βλέπω πια εκείνο το νεαρό παιδάκι που είχε κουρνιάσει στην αγκαλιά του πατέρα, πανηγυρίζοντας τα καλάθια του Γκάλη, του Γιαννάκη, του Φάνη. Τις βολές του Καμπούρη. Το Κύπελλο.
Η μορφή που αντικρίζω στο γυαλί μαρτυρά πως ο καιρός έχει περάσει. Παρ’ όλο που ο χρόνος μου φέρθηκε καλά, δε μπορώ να πω ότι δεν έχει αρχίσει να αφήνει τα σημάδια του πάνω μου. Τότε, δεν είχα ακόμα καλά καλά αρχίσει να βγάζω χνούδι στο στέρνο μου. Τώρα οι κρόταφοί μου έχουν αρχίσει να παίρνουν εκείνο το ασημένιο χρώμα από τις γκρίζες τρίχες που κάθε μέρα πληθαίνουν.
Τότε ήμουν ένα παιδάκι του δημοτικού. Σήμερα, οι συμμαθητές μου έχουν παιδιά στην ηλικία που ήμασταν εμείς εκείνο το βράδυ.
Τότε, ο πατέρας ήταν ο απόλυτος σούπερ ήρωας. Σήμερα, είναι ένας συμπαθής συνταξιούχος, καταβεβλημένος από τα χαράτσια, τις περικοπές στην πενιχρή σύνταξη και χτυπημένος από την αρρώστια. Όμως, παραμένει ο δικός μου ήρωας. Μακάρι να του μοιάσω κάποτε στο ελάχιστο.
Πριν από μια εβδομάδα, στον τελικό του Πρωταθλήματος στο ΣΕΦ, ξαφνικά μου ήρθε μία σκέψη που με συγκλόνισε. Με εξαίρεση τον Διαμαντίδη που είναι συνομήλικός μου, όλοι οι υπόλοιποι παίκτες που βρίσκονταν στο παρκέ ήταν μικρότεροί μου.
Δεν είχα βρεθεί ποτέ σε αυτή τη θέση. Τα χρόνια τελικά περνούν. Κι εμείς… Αλλά αυτή η γλυκιά ανάμνηση εκείνης της βραδιάς δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
Εκείνο το βράδυ βγήκαμε όλοι στους δρόμους. Τελευταία φορά το κάναμε το 2004 όταν η Εθνική πήρε το Euro. Από τότε δεν υπήρξαμε ποτέ ξανά ενωμένοι όλοι μαζί. Ούτε καν για τα πανηγύρια.
Κι όμως. Εκείνο το βράδυ ήταν αλλιώς. Ήταν μια παρέα νέων παιδιών που έβαλαν το μπάσκετ για τα καλά στη ζωή μας. Και από τότε δεν το ξαναέβγαλαν ποτέ.
Κάθε φορά προσπαθώ να ανασύρω μνήμες από εκείνο το βράδυ. Όμως, είναι αλήθεια ότι, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας μου είναι λίγες, αλλά αρκετά έντονες. Η προσμονή πριν τον αγώνα, η βραδιά παρέα με τον πατέρα, ο «βομβαρδισμός» των ερωτήσεων στη διάρκεια του αγώνα, η αγωνία, το καλάθι των Σοβιετικών στην εκπνοή που δεν μέτρησε, η παράταση, οι βολές του Καμπούρη, η φωνή του Συρίγου… «Είναι το τέλος!». Α, ρε Φίλιππε.
Πόσες φορές. Πόσες φορές άραγε είναι αρκετές να βλέπεις αυτές τις σκηνές και να μη δακρύζεις. Στις πόσες φορές θα σταματήσω να μετρώ τις προβολές του βίντεο του αγώνα; Ξανά και ξανά και ξανά. Μέχρι να λιώσει η βιντεοκασέτα –ναι, τη βλέπω από βιντεοκασέτα για να τιμήσω και αυτή την τεχνολογία. Μέχρι να «κατέβει» το βίντεο από το youtube. Μέχρι να τα παίξει το DVDπου την έχω γράψει. Μέχρι να καταστραφεί ο σκληρός δίσκος που το έχω αποθηκεύσει. Θέλω να το έχω σε πολλές κόπιες. Για να μη χαθεί ποτέ. Όπως και οι αναμνήσεις.
Εκείνη η καλοκαιρινή βραδιά πριν από 28 χρόνια άλλαξε πολλών τις ζωές. Κάποιοι έχτισαν καριέρες πάνω στην αναγέννηση του μπάσκετ που ακολούθησε. Κάποιοι από τους σημερινούς πρωταγωνιστές ήταν πιθανότατα στην αγκαλιά του δικού τους πατέρα και έβλεπαν τον αγώνα παρέα. Από το επόμενο πρωί πήραν μια μπάλα και βγήκαν στους δρόμους. Και τότε μπήκε η «μαγιά».
Η επιτυχία αυτών των ανθρώπων είναι δύσκολο να περιγραφεί. Κι ας έχουν έρθει πάρα πολλές άλλες επιτυχίες σε Εθνικό και συλλογικό επίπεδο. Κι αν η απήχηση που είχε ο άθλος του 2004 ήταν πληθυσμιακά σαφώς μεγαλύτερη, ο αντίκτυπος του «έπους του ‘87» που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, είναι κάτι το ασύλληπτο.
Απέχουμε ακόμα τρεις μήνες σχεδόν μέχρι το Ευρωμπάσκετ, αλλά από τα μισά της χρονιάς έχουν βγει τα μπλοκάκια και σημειώνουν ονόματα για το ποιοι παίκτες θα πρέπει να στελεχώσουν την ομάδα και τι χρώμα θα έχει το μετάλλιο που θα πάρουμε! Και αυτό ξεκίνησε ένα βράδυ του 1987. Σαν σήμερα. 14 Ιουνίου.
Η βραδιά ήταν δροσερή. Στο ψυγείο υπήρχε κρύα μπίρα, παγωτό και φρούτα. Ό ,τι πρέπει. Αποφάσισα να μην το δω από τη βιντεοκασέτα. Συνέδεσα τον σκληρό δίσκο. Μπαλκονάκι, δροσούλα και λαπ τοπ. Πάτησα το “play”.
«Η Ελλάδα είναι Πρωταθλήτρια Ευρώπης!». Και θα είναι για πάντα. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα.
* Δανείζομαι τη φωτογραφία από το χρονολόγιο του τεράστιου Νίκου Γκάλη. Ναι, είμαστε φίλοι! Στο Facebook! Όσα «ευχαριστώ» και να του πούμε, ποτέ δεν είναι αρκετά…