Πέντε «ομορφάντρες» του ευρωπαϊκού μπάσκετ (pics, vids)

Written by  Μάι 23, 2020

Ο Retromaniac επιστρέφει με ένα αφιέρωμα σε πέντε υπέροχους τύπους των παρκέ, που άφησαν εποχή, όχι μόνο για το ταλέντο τους, αλλά και για το… παρουσιαστικό τους.

Δεν θα τους εντάξει κανείς εύκολα στην κατηγορία του «ομορφάντρα». «Γίγαντες» των ευρωπαϊκών και όχι μόνο παρκέ, τόσο σε μπόι, όσο και σε καρδιά, αποτέλεσαν φόβητρα για τους αντίπαλους παίκτες και έγραψαν ο καθένας την δική του ιστορία στο μπάσκετ. Κατέκτησαν τίτλους, ατομικές και ομαδικές διακρίσεις και μάγεψαν στην Ευρωλίγκα, αλλά και στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Κι όσο κι αν εμάς τους κοινούς θνητούς μας φαίνεται περίεργο, κάποιοι εξ αυτών είχαν και αξιοσημείωτη επιτυχία στο γυναικείο φύλο. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, πέντε «ομορφάντρες», πέντε παικταράδες και ταυτόχρονα και εξαιρετικούς χαρακτήρες που έγραψαν το όνομά τους στην ιστορία του μπάσκετ.

Κάθε επιπλέον πρόταση, καλοδεχούμενη!

 

Ρομπέρτο Ντουένιας

 

Μια από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις αυτού που λέμε «αγαθός γίγαντας», ο Ρομπέρτο Ντουένιας, βρίσκεται στην λίστα εκείνον που δεν έθελξαν με το παρουσιαστικό τους, αλλά κυρίως με την μαχητικότητά τους και τον εξαιρετικό τους χαρακτήρα εντός και εκτός παρκέ. Ο ψηλότερος Ισπανός μπασκετμπολίστας που αγωνίστηκε ποτέ, βλέποντας τον κόσμο από τα 2,21 μ. πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του με την φανέλα της Μπαρτσελόνα, με την οποία κατέκτησε τίτλους και διεθνή αναγνώριση. Βεβαίως, η ζωή του δεν ήταν εύκολη, καθώς το ύψος του ήταν απόρροια της πάθησης του γιγαντισμού, από την οποία έπασχε, που, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, προκαλεί συχνά πόνους στον ασθενή. Αυτός ήταν και ο λόγος που η καριέρα του τερματίστηκε νωρίς, σε ηλικία μόλις 32 ετών, ενώ για τον ίδιο λόγο δεν πραγματοποίησε ποτέ το όνειρο του να αγωνιστεί στο NBA, παρά το γεγονός ότι είχε επιλεγεί στο Νο58 του draft to 1997 από τους Chicago Bulls, του τεράστιου Μάικλ Τζόρνταν.

Γεννημένος την 1η Νοεμβρίου 1975, ο Ντουένιας ξεκίνησε την καριέρα του στην Φουενλαμπράδα το 1994, την επόμενη χρονιά αγωνίστηκε στην Κορνέγια, πριν το 1996 μετακομίσει στην Βαρκελώνη, όπου και αγωνίστηκε μέχρι το 2005. Στην δεκαετία του με την φανέλα των «μπλαουγκράνα» είχε πάντα πρωταγωνιστικό ρόλο, κατακτώντας συνολικά έξι πρωταθλήματα Ισπανίας (1996, 1997, 1999, 2001, 2003, 2004), δύο Κύπελλα (2001, 2003), ένα ισπανικό Super Cup (2004), ένα Κύπελλο Κόρατς (1999) και, βεβαίως, το πιο σπουδαίο επίτευγμα, την Euroleague του 2003. Οι αμυντικές του ικανότητες ξεχωριστές, γεγονός που του απέφερε και ατομικές διακρίσεις, καθώς αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης των τελικών του ισπανικού πρωταθλήματος το 1997. Αγωνίστηκε επίσης και στην Εθνική ομάδα της χώρας του, με την οποία κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1999, ενώ συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000 στο Σίδνεϊ και του 2004 στην Αθήνα. Μετά την Μπαρτσελόνα, αγωνίστηκε κατά σειρά από μία σεζόν στις Χιρόνα, Μπανταλόνα, Πρατ, ενώ αποσύρθηκε το 2007 με την φανέλα ξανά της Μπανταλόνα. Για χάρη της προσφοράς του, μετά την απόσυρσή του, η Μπαρτσελόνα απέσυρε την φανέλα με το Νο 12.

 

 

  

 

 

 Γκρεγκόρ Φούτσκα

 

 Από τους πλέον ταλαντούχους παίκτες της γενιάς του, ο ορισμός του undersized center και ίσως εκείνος ο οποίος έδωσε το στίγμα της εξέλιξης της θέσεις των ψηλών, αν και το παρουσιαστικό του δεν ήταν τόσο… γοητευτικό, αντίθετα, οι κινήσεις του ήταν μαγικές. Ηγέτης με τα όλα του, άνθρωπος που ζει για το μπάσκετ, δεν έφυγε από τα παρκέ παρά μόνο σε βαθιά αθλητικά… γεράματα, ενώ πλέον πέρασε στην άκρη των πάγκων, προπονώντας τις μικρές εθνικές ομάδες της Ιταλίας.

 Γεννημένος στις 7 Αυγούστου 1971 στο Κραν της Σλοβενίας, ο ύψους 2,15 σέντερ άφησε ανεξίτηλα το στίγμα του στο ιταλικό και γενικότερα το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1988 στην Σμελτ Ολύμπια, πριν βρεθεί στην Ιταλία όπου μεγαλούργησε φορώντας σταδιακά τις φανέλες των Στεφαβέλ Τριέστε (1990-94), Στεφανέλ Μιλάνο (1994-97), Φορτιτούντο Μπολόνια (1997-2002), Μπαρτσελόνα (2002-2006), Χιρόνα (2006-07), Λοτομάτικα Ρόμα (2007-08), Φορτιτούντο Μπολόνια ξανά (2008-09) και Πιστόια (2009-11). Στην καριέρα του κατέκτησε πολλούς σπουδαίους τίτλους, ανάμεσα στους οποίους δύο Πρωταθλήματα Ισπανίας, δύο Πρωταθλήματα Ιταλίας, δύο Κύπελλα Ιταλίας και ένα Ισπανίας, ένα Super Cup Ιταλίας και ένα Ισπανίας, ένα FIBA EuroChallenge και, βεβαίως, τον σημαντικότερο συλλογικό τίτλο, την Euroleague με την Μπαρτσελόνα το 2003. Αλλά και με την Εθνική Ιταλίας σημείωσε σπουδαία επιτεύγματα, με μεγαλύτερο το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1999, όπου και αναδείχθηκε MVP της διοργάνωσης, ενώ το 1997 είχε κατακτήσει το αργυρό μετάλλιο.

 

 

 

 

Γκεόργκε Μουρεσάν

 

Το «θαύμα» της φύσης με την καρδιά μικρού παιδιού. Ο ψηλότερος παίκτης που αγωνίστηκε ποτέ στο NBA με ύψος 2,32 μ. και ένας άνθρωπος με έντονο χιούμορ και αυτοσαρκασμό, που τον οδήγησε μετά το τέλος της καριέρας του και σε σταδιοδρομία στην μεγάλη οθόνη, έχοντας συμμετάσχει σε αρκετές κινηματογραφικές ταινίες.

 Γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 1971 στην Τρίτενι ντε Ζος της Ρουμανίας και από νωρίς το ύψος του, που οφείλεται σε διαταραχή στην υπόφυση, έναν εγκεφαλικό αδένα που παράγει ορμόνες, ήταν εκείνο που τον ώθησε στο να παίξει επαγγελματικά μπάσκετ, όπου και τα κατάφερε εξαιρετικά. Ξεκίνησε την καριέρα του από την ρουμανική Κλουζ, με την οποία στέφθηκε πρωταθλητής Ρουμανίας το 1992 και στη συνέχεια μετακόμισε στην Γαλλία και την Πο Ορτέζ, όπου στην μία σεζόν που αγωνίστηκε, κατέκτησε το Κύπελλο της χώρας. Το επόμενο βήμα του ήταν και το καθοριστικό, καθώς πέρασε τον Ατλαντικό σε ηλικία 22 ετών, για λογαριασμό των Washington Bullets, όπου έμεινε μέχρι το 1998, σημειώνοντας σημαντικά επιτεύγματα σε ατομικό επίπεδο. Το 1996 αναδείχθηκε πιο βελτιωμένος παίκτης της σεζόν, ενώ το 1996 και το 1997 ήταν κορυφαίος σε εύστοχα δίποντα σε όλο το πρωτάθλημα. Την σεζόν 1999-2000 αγωνίστηκε στους New Jersey Nets, όπου έπαιξε σε μόλις 31 παιχνίδια πριν επιστρέψει στην Ορτέζ για να κλείσει την καριέρα του, έχοντας προηγουμένως κατακτήσει το Πρωτάθλημα Γαλλίας το 2001.

 Σήμερα, είναι ιδρυτής της Giant Basketball Academy, που στόχο έχει να μάθει τα βασικά του αθλήματος σε αγόρια και κορίτσια όλων των ηλικιών, ενώ ανήκει και στο δυναμικό των Washington Wizards ως πρεσβευτής και μέλος της ομάδας δημοσίων σχέσεων.

Ο αγαπημένος Ρουμάνος, βεβαίως, άφησε το στίγμα του και στην μεγάλη οθόνη, έχοντας στο ενεργητικό του την μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία «My Giant» («Ο γίγαντάς μου»), στο πλευρό του υπέροχου ηθοποιού, Μπίλυ Κρίσταλ. Έκανε επίσης πέρασμα από το ιδιάιτερο βιντεοκλίπ του Eminem “My name is”, ενώ το 2011 συμμετείχε στην αμερικανική κωμωδία «Adventures of Serial Buddies». Τα τελευταία χρόνια, έχει κάνει νέα στροφή στην καριέρα του, καθώς έχει γράψει ήδη δυο βιβλία, τα “The Boy's Fitness Guide” και “The Girl's Fitness Guide”.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  

 

Μπόμπαν Μαριάνοβιτς

 

 

Μπορεί ένας τύπος με ύψος 2,24 μ. με τόσο άγριο παρουσιαστικό να έχει καρδιά… μαρουλιού; Ναι, μπορεί, αν αυτός ο τύπος λέγεται Μπόμπαν Μαριάνοβιτς. Ένα από τα καλύτερα παιδιά του ευρωπαϊκού μπάσκετ που, παρά το τεράστιο ύψος του, παραμένει μια αστείρευτη πηγή χιούμορ και θεωρείται από τους καλύτερους συμπαίκτες που έχουν απαντηθεί στις ομάδες όπου αγωνίστηκε.

Στα 32 πλέον χρόνια του (γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1988), ο Σέρβος σέντερ, είναι από τα σημεία αναφοράς στο σύγχρονο μπάσκετ που αποδεικνύει πως στην εποχή της αθλητικότητας και των undersized centers, υπάρχουν ακόμα «δεινόσαυροι» που κάνουν την διαφορά. Ξεκίνησε το μπάσκετ σε πολύ μικρή ηλικία, όταν από τα 14 του εντάχθηκε στις ακαδημίες της Χέμοφαρμ, με την οποία έκανε και το επαγγελματικό του ντεμπούτο στην Αδριατική Λίγκα, αφού ήδη το ύψος του έφτανε το εντυπωσιακό 2,09 μ. Τον Ιανουάριο του 2007 δόθηκε δανεικός στην σερβική Τάκοβο και το ίδιο καλοκαίρι επέστρεψε στην Χέμοφαρμ, όπου έμεινε μέχρι το 2010. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας του δίνει την ευκαιρία για τριετές συμβόλαιο, όμως, μετά την απομάκρυνση του Ντούσκο Βουγιόσεβιτς, που τον είχε φέρει, έχασε την θέση του και αποφασίστηκε να δοθεί δανεικός στην Ζαλγκίρις Κάουνας μέχρι το τέλος της σεζόν. Το καλοκαίρι υπέγραψε στην Νίζνι Νόβγκοροντ και τον Ιανουάριο του 2012 επέστρεψε στην Σερβία για την Ραντζίνσκι, όπου έμεινε μέχρι το καλοκαίρι. Από τότε αρχίζει η ανοδική του πορεία, αφού η μεταγραφή του στην Μέγκα Βιζούρα απογείωσε την καριέρα του, καθώς στέφθηκε MVP του σερβικού πρωταθλήματος, κάτι που του άνοιξε την πόρτα για την Ευρωλίγκα. Ο Ερυθρός Αστέρας τον αποκτά το καλοκαίρι του 2013 κι εκεί πραγματοποιεί εξαιρετικές εμφανίσεις, κερδίζοντας το βραβείο του MVP της 10ης αγωνιστικής στην Euroleague, ενώ τον Απρίλιο αναδείχθηκε μέλος της καλύτερης πεντάδας της ABA. Η σεζόν 2014-15 ήταν αυτή της εκτόξευσης, αφού ξεκινά δυνατά παίρνοντας το βραβείο MVP της πρεμιέρας και συνεχίζεται με εντυπωσιακά νούμερα, 16 συνολικά double-doubles και το ρεκόρ των περισσότερων ριμπάουντ σε μια σεζόν, που έφτασε τα 256. Η σεζόν ολοκληρώνεται με τον Μαριάνοβιτς να κατακτά την ΑΒΑ και το Πρωτάθλημα Σερβίας, να είναι MVP των τελικών και μέλος της κορυφαίας ομάδας της Euroleague.

Οι «σειρήνες» του ΝΒΑ δεν άργησαν να ακουστούν, με τον Σέρβο «γίγαντα» να υπογράφει με τους San Antonio Spurs τη σεζόν 2015-16. Το Δεκέμβριο εντάχθηκε στους Austin Spurs μόλις για δυο μέρες, όταν και επανακλήθηκε στο San Antonio, όπου και έκλεισε την σεζόν με εκπληκτικές εμφανίσεις. Ακολούθησαν τρία χρόνια στους Detroit Pistons, ενώ η σεζόν 2018-19 τον βρήκε στους Los Angeles Clippers, όμως, τον Φεβρουάριο του 2019 βρέθηκε στους Philadelphia 76ers. Το περασμένο καλοκαίρι μετεγράφη στους Dallas Mavericks, όπου ξεκίνησε εντυπωσιακά, ενώ στο τελευταίο παιχνίδι πριν την διακοπή λόγω της πανδημίας, έσπασε το ατομικό ρεκόρ καριέρας με 31 πόντους, έχοντας μαζί 17 ριμπάουντ στην αναμέτρηση με τους Denver Nuggets.

Επιτυχίες, όμως, έχει και με την Εθνική του Ομάδα, καθώς με την Εφήβων κατέκτησε δο συνεχόμενα χρυσά μετάλλια (Παγκόσμιο 2007, Ευρωμπάσκετ 2008), ενώ με την Ανδρών έφτασε στον τελικό του Ευρωμπάσκετ 2017 στην Τουρκία, όπου η Σερβία ηττήθηκε από την Σλοβενία και κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο.

Ο Μαριάνοβιτς, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος ούτε από την βιομηχανία του θεάματος. Έπειτα από ένα πέρασμα από το αθλητικό ντοκιμαντέρ “We wll be World Champions”, το Χόλιγουντ του χτύπησε την πόρτα και έτσι, εμφανίστηκε στην ταινία “John Wick: Chapter 3 – Parabellum”, στον ρόλο ενός πληρωμένου δολοφόνου, ο οποίος έχει μια έντονη σκηνή και ένα δραματικό τέλος από τον ήρωα του Κιάνου Ριβς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αντρέι Κιριλένκο

 

Ο νυν πρόεδρος της Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης της Ρωσίας έχει αφήσει την δική του ιστορία στον χώρο του ευρωπαϊκού και όχι μόνο μπάσκετ. Πότε με το στρατιωτικό κούρεμα, πότε με τις μακριές αφέλειες, πότε με το παλιομοδίτικο «καπελάκι», ο «ΑΚ47»., μπορεί να μην διακρίθηκε για την θελκτική όψη του, ωστόσο, υπήρξε ένας από τους κορυφαίους μπασκτμπολίστες της γενιάς του.

 Γεννημένος το 1981 στην πόλη Ιζέβσκ της Σοβιετικής Ένωσης – όχι τυχαία πόλη όπου κατασκευάζεται το συνώνυμό του βαρύ όπλο – γνώρισε το μπάσκετ από μικρή ηλικία, όταν αγωνίστηκε με την Σπαρτάκ Αγίας Πετρούπολης την σεζόν 1997-98, ενώ τα τρία επόμενα χρόνια, φόρεσε την φανέλα της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, με την οποία άρχισε να αναδεικνύει το πλούσιο ταλέντο του. Αυτό δεν άργησε να του ανοίξει την πόρτα του ΝΒΑ, με τους «Μορμόνους» των Utah Jazz, που τον είχαν επιλέξει από τον πρώτο γύρο του draft του 1999, να τον φέρνουν τελικά στο Sault Lake City, όπου έμελλε να αποτελέσει την μπασκετική… Ιθάκη του. Ήταν μάλιστα ο πρώτος Ρώσος και ο νεότερος Ευρωπαίος που είχε πετύχει τόσο σημαντική επιλογή. Ο Κιριλένκο αγωνίστηκε με τους Jazz για μία δεκαετία, από το 2001 ως το 2011, όπου την πρώτη σεζόν περιλήφθηκε στην NBA All-Rookie Team, αναδείχθηκε στην καλύτερη αμυντική ομάδα του πρωταθλήματος, βρέθηκε έξι φορές σε play off, ενώ είχε την ευκαιρία να αγωνιστεί και στο All Star Game του 2004.

Την σεζόν 2011-12 επέστρεψε στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, με μόνο σκοπό να την φέρει στην κορυφή της Ευρώπης και βρέθηκε μόλις 12’ από το να τα καταφέρει, όμως, ο Ολυμπιακός του χάλασε τα σχέδια, με την επική ανατροπή του από το -19 στον τελικό της Πόλης.

Η επόμενη σεζόν τον βρήκε και πάλι στο NBA, όπου φόρεσε την φανέλα των Minnesota Timberwolves και το 2013-14 βρέθηκε στους Brooklyn Nets, όπου, ωστόσο, δεν ολοκλήρωσε την χρονιά.

Το 2014-15 επέστρεψε στην ΤΣΣΚΑ προκειμένου να τελειώσει, ό,τι δεν κατάφερε το 2012, όμως και πάλι ο Ολυμπιακός ήταν εκείνος που του έφραξε τον δρόμο προς την κορυφή της Ευρώπης, αφού επικράτησε και αυτή τη φορά στον ημιτελικό της Euroleague. Ο τίτλος του Πρωταθλητή της VTB League στο τέλος εκείνης της χρονιάς ήταν και ο τελευταίος της καριέρας του, αφού στην συνέχεια αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και ανέλαβε την Ομοσπονδία της χώρας του.

Σπουδαία παρουσία είχε και με την Εθνική Ρωσίας, της οποίας ήταν μέλος από το 2000 ως το 2015, διάστημα στο οποίο κατέκτησε το Ευρωμπάσκετ 2007 ως ο Πολυτιμότερος Παίκτης της διοργάνωσης και μέλος της καλύτερης πεντάδας, όπως συνέβη και το 2011, όταν και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο. Με την Ρωσία συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000, του 2008 και του 2012, όπου στο Λονδίνο κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Φωτό: https://alchetron.com/, euroleague.net, https://www.romaniajournal.ro/, https://www.dallasnews.com/

Leave a comment

Make sure you enter all the required information, indicated by an asterisk (*). HTML code is not allowed.