Έχει περάσει εύλογο χρονικό διάστημα από την ολοκλήρωση και του φετινού Final Four που βρήκε την ΤΣΣΚΑ Μόσχας Πρωταθλήτρια Ευρώπης και μετά από μια εκτενή «βόλτα» σε όσα περισσότερα μπασκετικά site μπορούσα, νιώθω την ανάγκη να αναζητήσω εξηγήσεις για ορισμένα από τα –πάρα πολλά είναι η αλήθεια – σχόλια αναγνωστών που διάβασα ή άκουσα μετά τον τελικό.
«Αν δεν το έπαιρνε και τώρα η ΤΣΣΚΑ...», «επιτέλους, ο loser Τεόντοσιτς το σήκωσε», «αν δεν πάρει το Πρωτάθλημα στην Τουρκία ο Ομπράντοβιτς θα είναι αποτυχία». Ελάχιστα, αλλά αρκετά αντιπροσωπευτικά.
Από την άλλη, έχουμε εδώ και καιρό την γκρίνια των οπαδών για την... αποτυχία των δικών ελληνικών ομάδων να προκριθούν στο Final Four. «Αποτυχημένη χρονιά για τον Ολυμπιακό, αν δεν πάρει Πρωτάθλημα να φύγει ο Σφαιρόπουλος», «δεν αντέχεται κι άλλη χρονιά ο Εξάστερος χωρίς Final Four, Γιαννακόπουλε διώξε/φέρε...» είναι τα πιο light.
Καινούριος φίλος και εν δυνάμει συνάδελφος, βαθέων «πράσινων» αισθημάτων, μου είπε με παράπονο «μας έχουν κακομάθει τόσα χρόνια να είναι στα Final Four και να σηκώνουν κούπες που δεν νοείται να μην προκρίνονται τόσα χρόνια». Και συνέχισε αραδιάζοντας παράπονα για τις άστοχες επιλογές της διοίκησης σε παίκτες και προπονητές, την κακή διαχείριση του ρόστερ, τους παίκτες που λείπουν και πρέπει να πάρει για να επιστρέψει η ομάδα στην κορυφή και ούτω καθεξής.
Θα αρπαχτώ, λοιπόν, από αυτή του τη φράση για να ξετυλίξω τη σκέψη μου. Αισθάνομαι πως πρέπει να οριοθετήσουμε ξανά – όχι, φυσικά, μόνο στον αθλητισμό, αλλά αυτά είναι άλλες κουβέντες – την έννοια της «αποτυχίας». Αυτό το «μας έχουν κακομάθει» είναι η αρχή πολλών δεινών που έχουν να κάνουν με τον αθλητισμό, ειδικά στη χώρα μας.
Ο οπαδός, δυστυχώς, δεν μπορεί, δεν θέλει κατά βάση, να διαχειριστεί την ήττα. Πολλώ δε μάλλον όταν έχει συνηθίσει να βλέπει την ομάδα του να παίρνει μεγάλες νίκες για πολλά χρόνια. Ναι, αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι ο αθλητισμός, όπως και όλα τα πράγματα στη ζωή έχει και νίκες και ήττες. Ο Πρωταθλητισμός δε ακόμα περισσότερο.
Στην τελική, αν είσαι κακομαθημένος, ποιος φταίει; Η ομάδα ή εσύ που από μόνος σου παίρνεις το δικαίωμα να κακομαθαίνεις; Υπάρχουν τόσες πολλές ομάδες στην Ευρώπη που έχουν φανέλα, Ιστορία και ποιότητα να είναι στην κορυφή. Αλλά, η κορυφή χωράει κάθε χρόνο μόνο έναν. Πως να το κάνουμε, ρε αδερφέ;
Να το δούμε και αριθμητικά για να καταλάβουμε τι εννοούμε;
Ας το πιάσουμε μόνο κατά την τελευταία 20ετία που οι ελληνικές ομάδες πρωταγωνιστούν. Πιο πίσω, βέβαια, έχουμε να θυμηθούμε τον μεγάλο Άρη που μας άλλαξε τη μπασκετική ζωή, την υπερομάδα της Γιουγκοπλάστικα, το «θαύμα» της Παρτιζάν και το «έκτρωμα» της Λιμόζ που από μόνα τους αποτελούν ξεχωριστές συζητήσεις που χωρούν εκατομμύρια λέξεις που και πάλι δεν θα φτάνουν, όποτε για συναισθηματικούς και μόνο λόγους το αφήνουμε προς το παρόν στην άκρη.
Η Μπανταλόνα κατέκτησε το ευρωπαϊκό στον τελικό του ’94 στο Τελ Αβίβ και έκτοτε δεν εμφανίστηκε καν σε τελική φάση της διοργάνωσης.
Η Ρεάλ Μαδρίτης πήρε με εμφατικό τρόπο τον τίτλο την επόμενη χρονιά στη Σαραγόσα και χρειάστηκε να περιμένει είκοσι ακριβώς χρόνια για ένα Final Four και πάλι στην έδρα της για να ανέβει ξανά στην κορυφή. Στις διοργανώσεις που μεσολάβησαν μέτρησε μόλις άλλη μία συμμετοχή πριν έρθουν τρεις συνεχόμενες με δυο χαμένους τελικούς. Αποτυχία μάλλον.
Η έτερη εκπρόσωπος της ισπανικής ελίτ, Μπαρτσελόνα, χρειάστηκε την έλευση του Μποντίρογκα για να κατακτήσει το τρόπαιο το 2003 και περίμενε μέχρι το 2010 για να έρθει και πάλι η σειρά της. Συνολικά δε, μετρά τέσσερις χαμένους τελικούς (συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων του 1990 και του 1991) και άλλες άλλες έξι φορές που ηττήθηκε στον ημιτελικό και αγωνίστηκε στον μικρό τελικό. Το όλον δώδεκα παρουσίες σε Final Four. Λούζερς.
Για την Λαμποράλ Κούτσα (παλαιότερα Ταού Κεράμικα) τι να πούμε; Πέντε Final Four όλα κι όλα από το 2005 μέχρι σήμερα (αναλογικά δηλαδή περίπου 1/2) και μόλις μια παρουσία στον τελικό. Λουζεράδες από τους λίγους κι αυτοί. Πως μου το έγραψε ένας φίλος μου; Α, ναι. «Ένα συνονθύλευμα τρεχαλατζήδων, ανέκδοτο του ευρωπαϊκού μπάσκετ». Μέγας μπασκετικός παντογνώστης ο τύπος!
Η Μακάμπι Τελ Αβίβ που μέτρησε τρεις κατακτήσεις μέσα σε μια πενταετία (2001, 2004, 2005), χρειάστηκε σχεδόν μια δεκαετία μέχρι να ξαναπατήσει κορυφή ως απόλυτο αουτσάιντερ στη διοργάνωση του 2014. Στο μεταξύ, ειχε φτάσει άλλες τρεις φορές στον τελικό, όπου της στέρησε το τρόπαιο δυο φορές η ΤΣΣΚΑ Μόσχας και μία ο Παναθηναϊκός. Φέτος, αποκλείστηκε από την πρώτη κιόλας φάση της διοργάνωσης, ενώ το ίδιο έπαθε και στην φάση των «32» του Eurocup. Αποτυχημένη χρονιά σίγουρα. Ήδη, ωστόσο, προετοιμάζεται πυρετωδώς για να επιστρέψει, στοχεύοντας σε παίκτες-προσωπικότητες και ξοδεύοντας «καράβια» με εκατομμύρια. Παράδειγμα διαχείρισης της αποτυχίας.
Μιλώντας για την ΤΣΣΚΑ Μόσχας που είναι το θέμα των ημερών, κατέκτησε τον πρώτο της τίτλο από τότε που καθιερώθηκαν τα Final Four το 2006, πήρε έναν ακόμα το 2008 και έκτοτε το τι τράβηξε μέχρι να φτάσει στον προχθεσινό θρίαμβο, τον έχουμε χιλιοσχολιάσει. Ασήμαντη λεπτομέρεια ότι έχει παρουσία στα 14 από τα 16 τελευταία Final Four και συμμετοχή σε έξι τελικούς κατακτώντας, μάλιστα, τους τρεις. Νοτ μπαντ για λούζερς, έτσι δεν είναι;
Για να έρθουμε και στα δικά μας, σε αυτά τα είκοσι χρόνια (23 αν μετρήσουμε από την πρώτη τους παρουσία), ο Παναθηναϊκός μετράει συνολικά 11 παρουσίες και 6 κατακτήσεις του τροπαίου και, μάλιστα, χαρακτηρίστηκε, όχι άδικα, η κορυφαία ομάδα της τελευταίας εικοσαετίας. Αλλά επειδή έχει μια πενταετία να το κατακτήσει και από το 2012 να πάει σε Final Four είναι αποτυχημένος και αρχίζει να «μικραίνει» επικίνδυνα στα μάτια των οπαδών του. Οι λεπτομέρειες του από ποιους αποκλείστηκε τα τελευταία χρόνια παίζουν μικρό ρόλο στην ιστορία μας.
Από την πλευρά του, ο Ολυμπιακός έχει συνολικά 9 συμμετοχές, 3 κατακτήσεις, τέσσερις χαμένους τελικούς και δυο τελικούς της παρηγοριάς. Τα επιτεύγματά του δε της τελευταίας επταετίας έχουν γίνει σημείο αναφοράς στην Ευρώπη και αντικείμενο στην προπόνηση ομάδων του NBA. Αλλά, αν σε δυο βδομάδες οι «ερυθρόλευκοι» δεν έχουν κατακτήσει το Πρωτάθλημα για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά κάτι που έχουν να το πετύχουν από τις ένδοξες μέρες τους στα μισά της δεκαετίας του ‘ 90, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος θα πρέπει να πάει σπίτι του και να πάρει μαζί του και τον «καταστροφέα Σπανούλη που έχει διαλύσει την ομάδα τόσα χρόνια». Δεν το γράφω εγώ. Φίλος (φίλος;) του Ολυμπιακού το είπε στο ΣΕΦ σε ένα από τα φετινά παιχνίδια του Top 16.
Να πιάσουμε και τον Ομπράντοβιτς; Να τον πιάσουμε κι αυτόν. Έχει πάρει οκτώ στα δέκα με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Να το ξαναγράψω. Οκτώ στα δέκα. Και οι αθεόφοβοι οι Τούρκοι θέλουν να τον διώξουν γιατί του έχουν δώσει ένα σκασμό λεφτά και ακόμα δεν τους έχει κάνει Πρωταθλητές Ευρώπης. Ξεχνώντας προφανώς που ήταν όχι μόνο η Φενερμπαχτσέ, αλλά ολόκληρο το τουρκικό μπάσκετ μέχρι την έλευσή του στην Κωνσταντινούπολη. Δυο μικρούς τελικούς όλους κι όλους με την Εφές (Πίλσεν τότε) προ... αμνημονεύτων.
Παρ’ όλα αυτά, και ο ίδιος δεν άντεξε την ιδέα της... αποτυχίας του και έκανε τις πιο άστοχες δηλώσεις της καριέρας του, μιλώντας για εχθρική εναντίον του διαιτησία, παραβλέποντας το γεγονός –να τα λέμε κι αυτά, έτσι; - ότι για να φτάσει στον τελικό έγιναν πολλά... απίθανα που, φτου κακά στο στόμα μου που καταπιάστηκα με αυτό το πράγμα. Μα καλά, ρε Ζοτς, εντάξει, κανένας δεν θέλει να χάνει, αλλά τόσα χρόνια στα γήπεδα δε σου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι κάποια στιγμή, μια στις τόσες ρε αδερφέ (υπενθυμίζω, έχει 8/10) θα πανηγυρίσει κάποιος άλλος αντί εσού;
Καταλαβαίνετε που το πάω, έτσι; Ακριβώς σε αυτό, το τετριμένο. «Κανένας δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο με την επιτυχία». Αλλά, στ’ αλήθεια, πως οριοθετεί ο καθένας την επιτυχία; Ένας πολύ σωστός κατά την ταπεινή μου άποψη συνάδελφος έγραψε πως «η επιτυχία μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας εντελώς τυχαίας αλυσίδας γεγονότων». Πόση αλήθεια κρύβει άραγε αυτό μέσα του;
Για να το δούμε και αντίστροφα: Θα ήταν αποτυχημένος ο Ολυμπιακός του 2012 αν το «πεταχτάρι» του Πρίντεζη έβρισκε σίδερο; Ποιος θα πει «ναι» να μας τρελάνει εντελώς! Ο «μύθος» του Ομπράντοβιτς θα ήταν λιγότερο τρομακτικός, αν ο Σάσα Τζόρτζεβιτς αστοχούσε σε εκείνο το τρελό τρίποντο της Κωνσταντινούπολης; Ή ο Κορνήλιους Τόμπσον στο Τελ Αβίβ; Ή ακόμα αν έβρισκε στόχο ο Σισκάουσκας στο Βερολίνο; Ή θα μεγάλωνε περισσότερο αν ο Κριάπα δεν έπαιρνε το ριμπάουντ στην τελευταία φάση του τελικού με τη Φενερμπαχτσέ. Στις παραπάνω περιπτώσεις, η ΤΣΣΚΑ που θα είχε κατακτήσει δύο ακόμα τρόπαια θα ήταν λιγότερο λούζερ; Ο Τεόντοσιτς θα είχε τρεις Ευρωλίγκες, ο Σλούκας το ίδιο και πάει λέγοντας. Αν και αν και αν...
Σημασία έχει ότι όλες οι προαναφερθείσες ομάδες ήταν εκεί. Διεκδίκησαν τις πιθανότητές τους. Άλλες τις κέρδισαν, άλλες όχι. Όμως, ήταν εκεί. Στον Πρωταθλητισμό η κορυφή έχει θέση μόνο για έναν. Στον Πρωταθλητισμό, όπως και στη ζωή, όμως, αυτό που μετράει είναι να είσαι παρών στις προκλήσεις. Χάσεις, κερδίσεις, να έχεις δημιουργήσει την ευκαιρία να αγωνιστείς. Κι αν μετρηθείς και βγεις λειψός, να έχεις δώσει το καλύτερο που μπορείς. Και την επόμενη φορά λίγο παραπάνω. Μέχρι να ξαναβρεθείς στην κορυφή. Και μετά να πέσεις πάλι από αυτήν για να ανέβει άλλος που ακολούθησε την ίδια φιλοσοφία.
Έτσι είναι. Αν δεν το κάνουμε βίωμα όχι μόνο στις ομάδες μας, αλλά και στη ζωή, δεν έχουμε να ελπίζουμε σε πολλά. Στην τελική, τις ομάδες τις φτιάχνουν άλλοι, τις πληρώνουν άλλοι, αγωνίζονται σε αυτές άλλοι, παλεύουν, ιδρώνουν, χάνουν, κερδίζουν άλλοι. Εμείς απλώς τις καμαρώνουμε. Ή τις βρίζουμε όταν δεν μας κάνουν τα χατήρια. Απαιτήσεις από κατά φαντασίαν οφειλέτες. Δεν πάει έτσι, αδέρφια.
Αλήθεια, ο «κακομαθημένος» φίλος του Παναθηναϊκού έχει τις ίδιες απαιτήσεις από τη δική του τη ζωή; Από τις επιδόσεις του στο χώρο που δραστηριοποιείται; Είναι κορυφή στο είδος του, ώστε να κατακεραυνώνει έτσι εύκολα κι αβίαστα τους «ακριβοπληρωμένους» παίκτες της ομάδας του; Ή μήπως τους πληρώνει ο ίδιος και πρέπει να του είναι και υπόλογοι; Λάθος, λάθος, λάθος.
Ο Παναθηναϊκός δεν πέρασε Final Foul γιατί δεν ήταν τόσο καλός ώστε να είναι μεταξύ των τεσσάρων κορυφαίων ομάδων. Ήταν, όμως, μεταξύ των οκτώ. Θα ξαναπάει στις τέσσερις, στις δυο στην κορυφή. Αρκεί να το παλεύει.
Ο Ολυμπιακός πέρσι ήταν μια από τις δυο κορυφαίες ομάδες. Δεν ήταν όμως «Η» κορυφαία. Έφτασε ένα βήμα από την κορυφή. Φέτος, δεν ήταν καν μεταξύ των οκτώ καλύτερων ομάδων. Είναι αλήθεια αυτό. Ήταν, όμως, για έντεκα σερί χρόνια. Φέτος όχι. Ιδού η Ρόδος. Ένα βήμα τη φορά. Μπορεί του χρόνου να είναι στις οκτώ; Και τότε θα κοιτάξει για τις τέσσερις, τις δυο, την κορυφή. Μπορεί; Θα δείξει. Ας κάνει την προσπάθειά του.
Η γοητευτική... τέχνη της αποτυχίας εμπεριέχει μέσα αγώνα. Αν τα έχεις δώσει όλα και στο τέλος μετρήσεις τις πληγές σου, το ταμπλό όλο και κάτι θα έχει γράψει. Αξιολογείς, ζυγίζεις αν σου φτάνει και συνεχίζεις. Η κορυφή έχει θέση μόνο για έναν. Αλλά και λίγο πιο κάτω αν φτάσεις, κοίτα λίγο πίσω σου και δες τι έχεις προσπεράσει. Αν δεν σε πιάσει ίλιγγος ξαναπροσπάθησε.
Όμως, στο τέλος πρέπει να είσαι εξουθενωμένος. Να λες, δεν πάει άλλο. Τόσο είχα και έδωσα και κάτι παραπάνω. Αν το κάνεις αυτό, ακόμα κι αν δεν έχεις πιάσει την κορυφή, θα ξέρεις ότι είσαι απόλυτα επιτυχημένος.
*Δανείζομαι τη φωτογραφία από την επίσημη ιστοσελίδα της Turkish Airlines Euroleague. euroleague.net